Οι ομοιοπαθητικές θεραπείες έχουν παραπλήσια δραστικότητα με τα ψευδοφάρμακα (placebo), τα οποία χορηγούνται στους ασθενείς για να τους κάνουν να νομίζουν ότι είναι καλύτερα, καταλήγει δημοσίευση σε κορυφαία βρετανική επιθεώρηση.
Μάλιστα, το έγκριτο Lancet αναφέρει σε εντιτόριαλ που συνοδεύει τη σχετική έρευνα ότι ο χρόνος για περαιτέρω μελέτες έχει πια λήξει και οι γιατροί πρέπει να είναι ειλικρινείς με τους ασθενείς τους όσον αφορά την «έλλειψη ωφέλειας» της ομοιοπαθητικής.
Στην τελευταία μελέτη, οι ερευνητές του Πανεπιστημίου της Βέρνης στην Ελβετία, με επικεφαλής τον Ματίας Έγκερ, συνέκριναν κλινικές δοκιμές ομοιπαθητικών φαρμάκων με συγκρίσιμες μελέτες της κλασσικής ιατρικής. Η ομάδα ανασκόπησε τη διεθνή βιβλιογραφία για το διάστημα 1995-2003 και εντόπισε 110 έρευνες της ομοιοπαθητικής και 110 αντίστοιχες ιατρικές μελέτες.
Στη συνέχεια, χρησιμοποίησαν εξελιγμένα στατιστικά εργαλεία για να βαθμολογήσουν τα αποτελέσματα των μελετών όσον αφορά την αποτελεσματικότητα του δοκιμαζόμενου φαρμάκου. Όσες μελέτες έφεραν σκορ κάτω από 1,0 θεωρήθηκαν αποτελεσματικές, συγκρινόμενες με placebo.
Η γενική βαθμολογία υπολογίστηκε στο 0,96 για την ομοιοπαθητική και 0,67 για την κλασσική ιατρική, όπως αναφέρει το Reuters. Ο Δρ Έγκερ καταλήγει έτσι στο συμπέρασμα ότι τα αποτελέσματα δεν προσφέρουν «καμία πειστική ένδειξη ότι η ομοιοπαθητική ήταν ανώτερη από το placebo, ενώ για τη συμβατική ιατρική παρέμενε ένα σημαντικό όφελος».
Ωστόσο, στο ίδιο τεύχος του Lancet επισημαίνεται ότι το προσχέδιο έκθεσης του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας καταλήγει στο συμπέρασμα ότι η πλειονότητα των μελετών που διενεργήθηκαν τα τελευταία 40 χρόνια έδειξαν ότι η ομοιοπαθητική είναι ανώτερη από το placebo.
Όμως η έκθεση του ΠΟΥ κατηγορείται για μεροληψία, καθώς σχεδόν όλες οι έρευνες που συμπεριλαμβάνονται τυχαίνει να δίνουν θετικά αποτελέσματα.
Ορισμένοι ομοιοπαθητικοί υποστηρίζουν, πάντως, ότι οι κλινικές μελέτες που εφαρμόζονται στην κλασσική ιατρική είναι ακατάλληλες για τον έλεγχο της ομοιοπαθητικής ούτως ή άλλως
Η ομοιοπαθητική βασίζεται στην αρχή ότι το όμοιο θεραπεύει το όμοιο, αν και ο ακριβής μηχανισμός δράσης παραμένει άγνωστος. Τα ομοιοπαθητικά φάρμακα περιέχουν σε εξαιρετικά χαμηλές συγκεντρώσεις ουσίες που σε μεγαλύτερες δόσεις θα προκαλούσαν οι ίδιες τα συμπτώματα που παρουσιάζει ο ασθενής.
Στις υψηλότερες από τις αραιώσεις που εφαρμόζονται, υπάρχει πιθανότητα έως και 50% το ομοιοπαθητικό σκεύασμα να μην περιέχει ούτε ένα μόριο δραστικής ουσίας.
ΠΗΓΗ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου