Αυτό που μάλλον λίγοι θα θυμηθούν λόγω των 30 χρόνων που συμπληρώθηκαν από το πυρηνικό δυστύχημα του Τσέρνομπιλ είναι η υποδοχή του από τους διαμορφωτές της εγχώριας κοινής γνώμης (ΜΜΕ, επιστήμονες, κυβέρνηση, πολιτικά κόμματα κι αρμόδιες υπηρεσίες) τις μακρινές εκείνες μέρες του έτους 1986.
Το δυστύχημα στοίχισε τη ζωή σε χιλιάδες ανθρώπους με την αύξηση του καρκίνου να ανεβαίνει σε ποσοστά από 1 στους 5, στο 1 στους 2 ανά την Ευρώπη. Πολλοί εξ αυτών ήταν Έλληνες όπως αρκετοί από εμάς έχουμε ζήσει έκτοτε με αγαπημένα πρόσωπα που χάθηκαν από την αρρώστια.
Συνήθως στα επετειακά ρεπορτάζ καταγράφεται απαξιωτικά ο πανικός των ημερών – όταν οι τρομοκρατημένοι πολίτες όρμησαν στα σουπερμάρκετ, αδειάζοντας σε χρόνο μηδέν τα ράφια από το (κατά τεκμήριο μη ραδιενεργό) συμπυκνωμένο γάλα, μια και το φρέσκο θεωρούνταν ύποπτο.
Αποσιωπάται, αντίθετα, η στάση των υπεύθυνων φορέων που, τις ώρες της πρωτόγνωρης κρίσης, επιχείρησαν είτε να πείσουν τον κόσμο για το ακίνδυνο της ραδιενέργειας, είτε (στην περίπτωση της δεξιάς) να αξιοποιήσουν τον τρόμο του προς όφελος μιας μικροπολιτικής, ψυχροπολεμικής καμπάνιας.
Το ατύχημα συνέβη στις 25 Απριλίου κι ανακοινώθηκε από τους Σοβιετικούς στις 28, όταν το ραδιενεργό νέφος πέρασε τα σύνορα και δεν μπορούσε να συγκαλυφθεί.
Τρεις μέρες αργότερα έχουμε την πρώτη επίσημη τοποθέτηση των ελληνικών αρχών: «Η Ελληνική Επιτροπή Ατομικής Ενέργειας παρακολουθεί και ελέγχει την κατάσταση με συνεχείς μετρήσεις στον ελληνικό χώρο», καθησυχάζει τα ΜΜΕ (και μέσω αυτών τους πολίτες) ο κυβερνητικός εκπρόσωπος.
Ακόμη πιο καθησυχαστικός, ο αντιπρόεδρος της Επιτροπής Κ. Παπαθανασόπουλος «διαβεβαίωσε ότι δεν δικαιολογείται ανησυχία» («Ε» 2.5.86).
Τα ίδια και από την ΕΕΑΕ την επομένη. Το ανακοινωθέν της δεν περιορίζεται στη διαπίστωση ότι «δεν έχει παρατηρηθεί οιαδήποτε αύξηση ραδιενέργειας στους σταθμούς ελέγχου», αλλά προχωρεί και σε κατηγορηματικές προβλέψεις για την απουσία μελλοντικού κινδύνου: «Ακόμη και σε περίπτωση που οι μετεωρολογικές συνθήκες ευνοήσουν τη μεταφορά υπολειμμάτων ραδιενεργού νέφους προς τη χώρα μας», διαβάζουμε, «δεν αναμένεται να σημειωθεί σημαντική αύξηση του επιπέδου ραδιενέργειας, δεδομένης της σημαντικής εξασθένησης του νέφους λόγω του μεσολαβήσαντος χρονικού διαστήματος» («Ε» 3.5.86).
Την ίδια μέρα, Ιταλία και Ρουμανία προχωρούν στη λήψη μέτρων.
Στην Ελλάδα τα πρώτα μέτρα θα παρθούν (με τη μορφή «συστάσεων» αποφυγής του φρέσκου γάλακτος και καλού πλυσίματος των φρούτων και των λαχανικών) στις 5 Μαΐου. Η προσπάθεια να κρατηθούν τα πνεύματα σε χαμηλούς τόνους θα διατηρηθεί, ωστόσο, μέχρι τέλους.
Ενώ εγκύκλιοι του υπ. Παιδείας συνιστούν λ.χ. την «αποφυγή εκδρομών στο ύπαιθρο» και, «αν τα παιδιά βραχούν από βροχή ή λασπόνερα ή κυλιστούν σε βρεγμένο χορτάρι», να κάνουν αμέσως «λουτρό ή καταιωνισμό με άφθονο νερό, κατά προτίμηση φυσικής θερμοκρασίας (όχι ζεστό)», ο υπουργός Υγείας Γιώργος Γεννηματάς αποφαίνεται δημόσια πως «η υγεία του ελληνικού λαού δεν κινδυνεύει βιολογικά μετά το ατύχημα του Τσερνομπίλ αλλά ψυχικά» και μεταφέρει «διαβεβαίωση» της αρμόδιας Επιτροπής Εμπειρογνωμόνων της ΕΟΚ ότι «δεν πρέπει να υπάρχει ανησυχία για το καίσιο και το στρόντιο» (14.5.86).
Εξίσου κατηγορηματικός και ο υπουργός Γεωργίας Γιάννης Ποττάκης (19.5.86): «Οπως βεβαιώνουν ειδικοί επιστήμονες του Δημοκρίτου και του υπουργείου Γεωργίας, ούτε το νερό, ούτε το έδαφος, ούτε το φυτικό ή ζωικό κεφάλαιο, όπως επίσης η παραγωγή που συλλέγεται ή αναμένεται, παρουσιάζουν οποιοδήποτε πρόβλημα».
Εν μέρει αυτή η «αυτοσυγκράτηση» οφειλόταν στον ευνόητο φόβο των κυβερνώντων, ότι κάθε υποδαύλιση του πανικού θα οδηγούσε σε ανεξέλεγκτες καταστάσεις. Σημαντικό ρόλο έπαιξε επίσης η (συντεχνιακή) στάση των πυρηνικών επιστημόνων, που έσπευσαν να υποβαθμίσουν τον κίνδυνο. Δεν πρέπει, τέλος, να παραγνωριστούν οι διπλωματικές ισορροπίες της εποχής. Η προσπάθεια, δηλαδή, της κυβέρνησης Παπανδρέου για καλές σχέσεις με τις χώρες του σοβιετικού μπλοκ, εν μέσω Ψυχρού Πολέμου.
Η κάλυψη που επιφύλαξε στο Τσερνομπίλ το (ημιεπίσημο τότε) «Βήμα» είναι χαρακτηριστική: Το σχετικό αφιέρωμα της 11ης Μαΐου ξεκινά με μια ανυπόγραφη δισέλιδη συνέντευξη του σοβιετικού πρεσβευτή στην Αθήνα, Βικτόρ Στουκάλιν.
Καθησυχαστικά είναι στη συντριπτική τους πλειονότητα και τα επιστημονικά άρθρα του αφιερώματος, ενώ το κύριο άρθρο της εφημερίδας κατακεραυνώνει τους ανησυχούντες:
«Στη χώρα μας ο πανικός πήρε, για μία ακόμη φορά, τη μορφή της εξαλλοσύνης που χαρακτηρίζει τους απληροφόρητους και τους υπανάπτυκτους. Γι’ αυτούς η κάθε δόνηση προαναγγέλλει καταποντισμό, το κάθε νέφος εγκυμονεί τέρατα, η κάθε σκιά φέρνει τη συντέλεια του κόσμου… […] Ωστόσο η βιβλική καταστροφή δεν επήλθε ακόμη. Και, φυσικά, δεν θα έλθει».
Περισσότερο ευέλικτοι θ’ αποδειχθούν στη συγκυρία οι φιλοκυβερνητικοί «μαζικοί φορείς» -ιδίως οι ελεγχόμενοι από το ΠΑΣΟΚ δήμοι του Λεκανοπεδίου. Σε λαμπαδηδρομία που οργάνωσαν στις 14.5 πέντε δήμοι της Δυτικής Αττικής, κυριάρχησε το σύνθημα «Οχι στα πυρηνικά, δυτικά – ανατολικά» («Εθνος» 15.5.86) – το τελικό όμως ψήφισμα επικεντρώθηκε κυρίως στην εξύμνηση της «πρωτοβουλίας του πρωθυπουργού» για απύραυλη Βαλκανική («Πρώτη» 15.5.86).
«Ρεαλιστική» στοχοθεσία είχε και η συγκέντρωση του Δήμου Αθηναίων στον πεζόδρομο της Κοραή (15.5.86): «Ελεγχος στην πυρηνική ενέργεια μέχρι την κατάργησή της».
Ταυτόχρονα, οι μηχανισμοί καταστολής ανέλαβαν κάθε εξωκοινοβουλευτική εκδήλωση διαμαρτυρίας. Η πρώτη αντιπυρηνική συγκέντρωση, από αναρχικούς (9.5.86), απαγορεύτηκε από την αστυνομία. Εντεκα άτομα συνελήφθησαν κι εφτά καταδικάστηκαν για «θρασύτητα», επειδή παρέμειναν στον προγραμματισμένο χώρο.
Στις 12.5.86 απαγορεύτηκε κι άλλη διαδήλωση, της ριζοσπαστικής αριστεράς αυτή τη φορά. Οταν κάποιοι απ’ τους διοργανωτές επιχείρησαν ν’ ανοίξουν πανό στα Προπύλαια, ξυλοκοπήθηκαν άγρια κι οδηγήθηκαν στις κλούβες.
Το αποκορύφωμα ήρθε στις 13.5.86, με τη βίαιη διάλυση μιας (τυπικά νόμιμης) αντιπυρηνικής πορείας μερικών χιλιάδων ατόμων. Με πρόσχημα σποραδικές επιθέσεις αναρχικών εναντίον αστυνομικών στις παρυφές της, τα ΜΑΤ λιάνισαν κυριολεκτικά τον κύριο όγκο των διαδηλωτών, συλλαμβάνοντας δεκάδες και στέλνοντας 39 στη Δικαιοσύνη με βαριές κατηγορίες.
Η «αδελφική συνηγορία»…
Αν για τους κυβερνώντες τα πάντα ήταν ζήτημα ισορροπιών, για τους «ορθόδοξους» κομμουνιστές το ατύχημα του Τσερνομπίλ ισοδυναμούσε με δοκιμασία της πίστης τους στην ανθρώπινη πρόοδο. Και πολύ λογικά, αφού ήδη από τη δεκαετία του ’50 η γοητεία του σοβιετικού μοντέλου στηριζόταν όλο και λιγότερο στη μαρξιστική «κοινωνία των ελεύθερα συνεταιρισμένων παραγωγών» και περισσότερο στην αίγλη της «σοσιαλιστικής τεχνολογίας», όπως αυτή αποτυπώθηκε στις διαστημικές επιτυχίες του Σπούτνικ και του Γκαγκάριν.
Αυτονόητη θεωρήθηκε έτσι η υπεράσπιση της πυρηνικής ενέργειας ως συνώνυμου της προόδου. «Η επιστημονικοτεχνική επανάσταση, σε μεγάλο βαθμό βασίζεται στην ατομική επιστήμη και τεχνική», διαβάζουμε σε άρθρο της «Πράβδα» που αναδημοσίευσε ο «Ριζοσπάστης» (22.5.86). «Η 30άχρονη και πάνω πείρα αξιοποίησης της ατομικής ενέργειας κατέδειξε την αναγκαιότητα και την ασφάλειά της. Αλλά στην εφαρμογή της κάθε νέας και περισσότερο πολύπλοκης τεχνικής κανένας δεν μπορεί να μιλά για απόλυτη σιγουριά και ασφάλεια. Η ανθρωπότητα είναι υποχρεωμένη να πληρώνει ακριβά το τίμημα για την τεχνική πρόοδο».
Αυτονόητη και η προσαρμογή της γραμμής στις τοπικές συνθήκες. «Πρώτος ήταν ο Ικαρος. Γιατί οι σοφοί αρχαίοι Ελληνες είχαν καταλάβει: η πρόοδος απαιτεί και θυσίες» («Ριζοσπάστης» 11.5.86).
Εξίσου ελληνοπρεπής, ο προϊστάμενος του αρμόδιου εργαστηρίου του «Δημόκριτου», Παναγιώτης Κρητίδης, θα επισημάνει κι αυτός πως «η παραπληροφόρηση του τύπου» για το ατύχημα «δεν μας τιμά καθόλου σαν κοιτίδα του πολιτισμού, όπως αυτοαποκαλούμεθα, και σαν πατρίδα του Δημόκριτου, του πατέρα των ατόμων».
Η σχετική ειδησεογραφία του «Ριζοσπάστη» (αλλά και της ομογάλακτης μετωπικής «Πρώτης») στηρίχθηκε αποκλειστικά σε σοβιετικές πηγές.
Στις 18.5.86, π.χ., οι τεχνικές παράμετροι του ατυχήματος αναλύονται από τον ακαδημαϊκό Ιβάν Εμιλιάνοφ, ενώ την πολιτική διάσταση αναλαμβάνει ο δημοσιογράφος του «Νόβοστι» Σπαρτάκ Μπεγκλόφ. Ο ίδιος θα μιλήσει και σε εκδήλωση στη Νομική (13.5), ενώ σε ανάλογη συζήτηση στο Περιστέρι (16.5) ομιλητής είναι ο συνάδελφός του Νικολάι Παστουχόφ.
Η γραμμή είναι εξαιρετικά απλή: «Κανένας κίνδυνος έξω από τα 30 χλμ. (απ’ το Τσερνομπίλ). Δηλώσεις του Λεβ Φεοκτίστοφ, υποδιευθυντή του Ατομικού Ενεργειακού Ινστιτούτου» («Ρίζος της Δευτέρας» 19.5.86).
Η εμπιστοσύνη στην απόλυτη ειλικρίνεια των σοβιετικών αρχών θα διατηρηθεί και μετά την πανηγυρική (αλλά ελεγχόμενη) αυτοκριτική των τελευταίων. Οπλισμένος με την απόφαση του Π.Γ. της Κ.Ε. του ΚΚΣΕ, με την οποία αναγνωρίστηκαν «λάθη» κι επιβλήθηκαν κυρώσεις σε αξιωματούχους, ο Παύλος Τσίμας ξεσπαθώνει στις 24.7.86: «Ξέρουμε τώρα με ακρίβεια πώς φτάσαμε στο ατύχημα στο Τσερνομπίλ. Ξέρουμε, επίσης με ακρίβεια, τα όρια της μόλυνσης που προκλήθηκε και που περιορίζεται σε μια ακτίνα γύρω από το Τσερνομπίλ, χωρίς να δικαιολογεί τις εξάρσεις του κομπογιαννίτικου πανικού που ταλαιπώρησαν την ελληνική κοινή γνώμη».
Για τον ίδιο δημοσιογράφο, η (πολιτική) απόφαση του καθοδηγητικού οργάνου του ΚΚΣΕ ισοδυναμεί όχι μόνο με «απόδειξη ότι όλη εκείνη η εκστρατεία ψεύδους και παραπληροφόρησης που ξεσηκώθηκε τις μέρες του ατυχήματος ήταν μια καλοστημένη πολιτική επιχείρηση κατά της Σοβ. Ενωσης και της Ειρήνης στον κόσμο», αλλά και κλείνει το κεφάλαιο της επικινδυνότητας των πυρηνικών αντιδραστήρων: «Το ατύχημα, λοιπόν, οφείλεται σε μια σειρά ανθρώπινων σφαλμάτων, σε παραλείψεις και παρακινδυνευμένες ανθρώπινες ενέργειες. Κι αυτό σημαίνει ότι τα πυρηνικά ατυχήματα δεν είναι μοιραία, δεν αποτελούν μια υπεράνθρωπη, αδυσώπητη απειλή. Ο κίνδυνος μπορεί να ελεγχθεί».
Σε λαϊκότερο επίπεδο, την όλη στρατηγική θα εξηγήσει -με αφοπλιστική επιχειρηματολογία- ο Σπύρος Κομίνης: «Ας πούμε ότι ο αδελφός σου παρασύρει κάποιον με το αυτοκίνητο. Δε φταίει, είναι νύχτα, πετάχτηκε ξαφνικά μπροστά του… Θα πας στο δικαστήριο και θα υπερασπιστείς τον αδερφό σου. Εγώ σου λέω ότι θα τον υπερασπιστείς και με ψέματα, αλλά εσύ μπορείς να μου πεις ότι τέτοιο πράγμα δεν θα κάνεις και το δέχομαι.
»Θα πεις, λοιπόν, στο δικαστήριο ότι ο αδερφός σου δεν πίνει, ενώ η υπεράσπιση του θύματος για να πάρει λεφτά θα λέει ότι ο αδερφός σου ήταν μεθυσμένος. Θα λες ότι ο αδερφός σου είναι προσεκτικός οδηγός, η άλλη πλευρά θα λέει ότι είναι άσχετος και ραλλιτζής.
»Εσύ θα λες δεν έφταιγε, οι άλλοι θα λένε έφταιγε. Εσύ θα ξέρεις ότι λες την αλήθεια. Ούτε πίνει ο αδερφός σου ούτε τρέχει σαν τρελός, ήτανε ατύχημα, δεν μπορούσε να το αποτρέψει.
»Αυτό κάνει ο «Ριζοσπάστης»: Υπερασπίζεται τον αδελφό του. Το σοβιετικό λαό και το σοσιαλισμό. Γιατί ξέρει ότι δεν πίνει, δεν οδηγεί επικίνδυνα, όπως εσύ θα κόβεις το κεφάλι για τον αδερφό σου. Και δεν λέει ψέματα» («Δεοντολογία, ιδεολογία και ουσία», «Ρίζος της Δευτέρας» 19.5.86).
Ολα αυτά θα ήταν μάλλον γραφικά, αν δεν διέθεταν ένα ακλόνητο -φαινομενικά- άλλοθι: τη συνηγορία των εγχώριων πυρηνικών επιστημόνων, μεγάλο μέρος των οποίων επιχείρησε να διασκεδάσει την εικόνα των συνεπειών του μεγάλου εκείνου ατυχήματος.
«Η συνολική επιπρόσθετη δόση για τον πληθυσμό εκτιμάται ότι θα είναι περίπου 20 mrem, με την προϋπόθεση τήρησης των περιοριστικών μέτρων», διαβάζουμε σε ανακοίνωση της Ελληνικής Εταιρίας Πυρηνικών Επιστημόνων (11.5.86). «Σημειώνεται ότι η ετήσια δόση για τον πληθυσμό στις γενικές συνθήκες είναι περίπου 200 mrem, εκ των οποίων τα 50 mrem περίπου οφείλονται στις ιατρικές εφαρμογές».
…και το επιστημονικό σινάφι
«Η συνολική επιβάρυνση του πληθυσμού της χώρας μας από το πυρηνικό ατύχημα υπολογίζεται σε 8 περίπου μιλιρέμ», εξηγεί την ίδια μέρα στο «Ριζοσπάστη» ο λέκτορας του Πανεπιστημίου Αθηνών, πυρηνικός φυσικός-υγειοφυσικός, Λουκάς Σακελλίου.
«Η τιμή αυτή είναι πολύ μικρότερη και από την πιο απλή ακτινογραφία. Σαν μέτρο σύγκρισης θα σας έλεγα ότι η ποσότητα αυτή, ως προς τα πιθανά αποτελέσματα, ισοδυναμεί μ’ ένα αεροπορικό ταξίδι στην Αμερική και είναι πολύ μικρότερη από τον κίνδυνο που διατρέχει ένας καπνιστής που καπνίζει ένα τσιγάρο την ημέρα και μόνο από τη ραδιενέργεια του τσιγάρου».
«Νερό του Καματερού θυμίζει όλη αυτή η υπόθεση με τη ραδιενέργεια», ξεσπαθώνει με τη σειρά του ο αντιπρόεδρος της ΕΕΑΕ, Κώστας Παπαθανασόπουλος. «Ο κόσμος έχει κυριευθεί από πανικό που φθάνει τα όρια της υστερίας. Κι όλος αυτός ο θόρυβος γίνεται χωρίς να υπάρχει πρόβλημα. Καθημερινά οι τιμές της ραδιενέργειας πέφτουν» («Πρώτη» 10.5.86).
Στο «Βήμα» στις 11.5.86, πάλι, ο δόκτωρ ραδιοβιολογίας-ραδιογενετικής Λευτέρης Σιδέρης υπολογίζει με απόλυτη βεβαιότητα, «πάντα μέσα στα όρια του στατιστικού σφάλματος», ότι οι συνέπειες του Τσερνοπμπίλ στην Ελλάδα θα περιοριστούν σε «περίπου 19» καρκίνους και «περίπου 6» σοβαρές αλλοιώσεις σε νεογέννητα.
Στο ίδιο φύλλο, άλλοι επιστήμονες καταφεύγουν σε γενικότερες αποφάνσεις. «Η ηθική της σημερινής κοινωνίας έχει αποδεχθεί, επιτρέπει το ριψοκίνδυνο σε όλες του τις εκφράσεις», ξεκαθαρίζει ο Στέφανος Χαραλάμπους, καθηγητής στο ΑΠΘ, επιστρατεύοντας μια βολική αποστροφή του Μολιέρου: «Μισώ τις μικρόψυχες καρδιές που, από υπερβολική πρόβλεψη για τα επακόλουθα των πραγμάτων δεν τολμούν να επιχειρήσουν τίποτε…».
Λιγότερο ποιητικός αλλά εξίσου αποφασιστικός αποδεικνύεται ο καθηγητής της Ιατρικής Χαράλαμπος Προυκάκης: «Δεν υπάρχει καμιά απόλυτα ασφαλής ανθρώπινη δραστηριότητα. Ετσι π.χ. η χρήση ηλεκτρισμού στα σπίτια και στη βιομηχανία προκαλεί δεκάδες θανάτους από ηλεκτροπληξία κάθε χρόνο, η κολύμβηση και η ορειβασία προκαλούν επίσης θανάτους κ.ο.κ. Επομένως η έννοια της ασφάλειας (ή της αποφυγής του κινδύνου) στην πραγματικότητα ταυτίζεται με την απόφαση για την αποδοχή του».
Ελάχιστοι επιστήμονες τόλμησαν ν’ αμφισβητήσουν τη χρησιμότητα της πυρηνικής ενέργειας (Ανδρέας Θεοφίλου, «Πρώτη» 13.5.86) ή να υπενθυμίσουν τις μακροπρόθεσμες συνέπειες της εισόδου των ραδιενεργών καταλοίπων στη διατροφική αλυσίδα (Δημ. Κρέμμος, «Βήμα» 11.5.86). Ο πρόεδρος του Δημόκριτου, Θ. Γιαννακόπουλος, προτίμησε αντίθετα να καθησυχάσει τους δημοσιογράφους ότι «τα μακρόβια στοιχεία (στρόντιο, καίσιο)» θα «αραιωθούν φυσιολογικά με τη διάχυσή τους στο έδαφος, και με αυτό τον τρόπο οι ήδη χαμηλές τιμές τους θα υποβαθμισθούν ακόμη περισσότερο» («Ριζοσπάστης» 22.5.86).
Το μόνο που φαίνεται ότι τρόμαζε τους περισσότερους, ήταν οι επιπτώσεις της τραγωδίας στα ερευνητικά κονδύλια. «Φοβάμαι ότι, όπως και στην πρόσφατη περίπτωση του Τσάλεντζερ, ο μεγάλος χαμένος θα είναι η επιστήμη», ομολογεί στην προαναφερθείσα συνέντευξή του ο κ. Σακελλίου: «Δείχνει ότι έχουμε ένα πρόβλημα τεχνολογίας και αυτό μπορεί να καθυστερήσει την ανάπτυξη».
Ανάλογους φόβους εκφράζει κι ο σεισμομηχανικός του Δημόκριτου Γιάννης Πρωτονοτάριος, θεωρώντας ότι «η υποβάθμιση στην πράξη των ερευνητικών δραστηριοτήτων που έχουν σχέση με τις ειρηνικές εφαρμογές της πυρηνικής ενέργειας (περικοπή σχετικών ερευνητικών δραστηριοτήτων του Δημόκριτου) είναι πολιτική τουλάχιστον κοντόφθαλμη και αντιεπιστημονική» («Ριζοσπάστης» 11.5.86).
Σ’ ένα άλλο μήκος κύματος, ο πρόεδρος της Ακτινολογικής Εταιρείας Κυριάκος Στριγγάρης θα εκφράσει την ανησυχία του για την επανειλημμένη «καθυσυχαστική» σύγκριση της ακτινοβολίας του Τσερνομπίλ μ’ αυτή των ακτινογραφιών: «Σίγουρα η δόση ραδιενέργειας που παίρνει ένα άτομο όταν κάνει ακτινογραφία στομάχου, αξονική τομογραφία, ραδιοϊσοτοπικές εξετάσεις για θυρεοειδή, στομάχι, εγκέφαλο κ.λπ. είναι μεγαλύτερη. Ομως, δεν πρέπει να καλλιεργείται μια νέα φοβία στον κόσμο γενικά με τις ακτινογραφίες» («Ριζοσπάστης» 11.5.86).
Απόλυτα ταυτισμένη με την ψυχροπολεμική υστερία που επικρατούσε τότε στη Δύση, η ελληνική δεξιά είδε στο πυρηνικό ατύχημα της Ουκρανίας μια ανέλπιστη ευκαιρία αντιστροφής του εγχώριου «φιλειρηνικού» πολιτικού κλίματος. Το ίδιο το πρόβλημα, η επικινδυνότητα της «ειρηνικής» χρήσης της ατομικής ενέργειας, ουδόλως απασχόλησε τους αναλυτές και τα θινκ τανκ της δεξιάς. Αποκλειστικό ζητούμενο υπήρξε η καταδίκη του σοβιετικού συστήματος και -συμπληρωματικά- του εγχώριου πασοκικού «σοσιαλισμού», ενώ οριακό αίτημα αποτέλεσε το κλείσιμο των «απαρχαιωμένων» πυρηνικών αντιδραστήρων των βορείων γειτόνων μας -κι όχι, φυσικά, της (επίσης γειτονικής) Ιταλίας ή άλλων δυτικών χωρών.
Χαρακτηριστική από κάθε άποψη μπορεί να θεωρηθεί η σχετική ανακοίνωση της ΟΝΝΕΔ (12.5). Το Τσερνομπίλ, διαβάζουμε, «καταρρίπτει πολλούς μύθους, τόσο του αυθεντικού σοσιαλισμού όσο και των δικών μας εγχώριων παραλλαγών του. Το σοβιετικό σύστημα δεν αντέχει την αλήθεια, προτιμάει τους πολίτες του απολιθώματα πλουτωνίου παρά ανθρώπινα όντα με αξιοπρέπεια. […] Καταπίπτουν σαν χάρτινοι πύργοι οι προτάσεις ειρήνης του Γκορμπατσώφ, τη στιγμή που δεν δεχόταν διεθνή έλεγχο στο Τσερνομπίλ και κατασκεύαζε υλικό για πολεμικά όπλα. Οσο για τον εγχώριο σοσιαλισμό, απέδειξε τη δειλία, τη μονολιθικότητα και την υπευθυνότητά του, μπροστά σε μεγάλα προβλήματα, αποκρύπτοντας και διαστρεβλώνοντας την πραγματικότητα» («Μεσημβρινή» 13.5.86).
Στο ίδιο μήκος κύματος θα κινηθούν και οι αυθεντικοί εκφραστές της εθνικοφροσύνης. «Τσερνομπίλ: ο μαρξισμός χωρίς προσωπείο» αποφαίνονται τα πλακάτ του ΕΝΕΚ, η πορεία του οποίου (σε αντίθεση προς αυτές των αναρχικών ή της ακροαριστεράς) ουδόλως ενοχλήθηκε από την αστυνομία (12.5).
Η κεντρική εκδήλωση της δεξιάς για το Τσερνομπίλ θα πραγματοποιηθεί στις 13 Μαΐου με επίσημους οργανωτές το Πανελλήνιο Κέντρο Οικολογικών Ερευνών (ΠΑΚΟΕ), την Πανελλήνια Επιτροπή Αγώνων Καταναλωτών (ΠΕΑΚ) και την Κίνηση για τον Πολυμερή Αφοπλισμό, την Ελευθερία και την Ασφάλεια της Ευρώπης (ΚΙΠΑΕΑ). Τα συνθήματα των συγκεντρωμένων, όπως καταγράφηκαν από το δεξιό τύπο των ημερών, είναι αποκαλυπτικά του προβληματισμού τους για το πυρηνικό ατύχημα: «Ρώσοι φονιάδες των λαών», «Του Γκορμπατσώφ το χέρι σκοτώνει την ειρήνη», «Το Τσερνομπίλ σκοτώνει, ο Ανδρέας αθωώνει», «Αστε τα παραμύθια και πείτε την αλήθεια». Στο ίδιο μήκος κύματος, το ψήφισμα που καλεί την κυβέρνηση «να σταματήσει τις κενές περιεχομένου μεγαλόστομες διακηρύξεις (απύραυλη Βαλκανική, αποπυρηνικοποιημένες ζώνες κ.ά.)». Εξίσου εύγλωττο ήταν και το κλείσιμο της εκδήλωσης με ομαδικό ψάλσιμο του… Εθνικού Υμνου στον Αγνωστο Στρατιώτη.
Ενδιαφέρουσα μπορεί, τέλος, να θεωρηθεί η βασική ομιλία της ημέρας από το νεαρό τότε στέλεχος της ΚΙΠΑΕΑ Κώστα Καραμανλή.
Εκτός απ’ την καταγγελία της «εγκληματικής αμέλειας των Σοβιετικών που επέτρεψε να φτάσει η ραδιενέργεια σε τόσο υψηλά επίπεδα» και την εξίσου αναμενόμενη καταδίκη του Ανδρέα Παπανδρέου που «παριστάνει εκ του ασφαλούς το σωτήρα της ανθρωπότητας με τις περίφημες πια πρωτοβουλίες και επιστολές του που στην ουσία δυναμιτίζουν τη σοβαρότητα της χώρας μας», ο σημερινός πρωθυπουργός δεν θα διστάσει ν’ αποδώσει την ελλιπή επαγρύπνηση του κρατικού μηχανισμού στον (άρτι επαναπατρισθέντα εκ του «Παραπετάσματος») εσωτερικό εχθρό: «Την κυβέρνηση βαρύνουν μια σειρά από αμείλικτα ερωτηματικά: Γιατί δεν αφήνει τους επιστήμονες του «Δημόκριτου» να κάνουν τη δουλειά τους; Γιατί τις μετρήσεις τις κάνουν ένας φυσικός που πρόσφατα ήρθε από τη Βουλγαρία με τη βοήθεια μιας παρασκευάστριας που ήρθε από την Τασκένδη, άτομα δηλαδή των οποίων η αντικειμενικότητα ελέγχεται λόγω της καταγωγής τους;»
ΠΗΓΗ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου