Toυ Γιώργου Στάμκου
Από σκηνικό αλλεπάλληλων πολέμων, με δεκάδες εκατομμύρια θύματα, η Ευρώπη έγινε μετά το 1945 μια όαση ειρήνης: μια αναίμακτη εξαίρεση μέσα σ' έναν πλανήτη που σπαράσσονταν από συνεχείς πολέμους, εμφύλιες συγκρούσεις κι αιματηρές επαναστάσεις. Ώσπου ήρθε το 1989 και η κατάρρευση του «Ανατολικού Μπλοκ», των καθεστώτων του λεγόμενου «υπαρκτού σοσιαλισμού», που αν και οδήγησε σε σταδιακό εκδημοκρατισμό τους λαούς της ανατολικής Ευρώπης, άνοιξε ταυτόχρονα και τους Ασκούς του Αιόλου για την καταστροφική επέλαση του εθνικισμού. Πρώτο θύμα υπήρξε η Γιουγκοσλαβία, αυτή η πολυεθνική «ξεστρατισμένη περίπολος» του Αδέσμευτου Κόσμου (και του Τίτο) σφηνωμένη στο «μαλακό υπογάστριο» της Ευρώπης: τα Βαλκάνια. Χωρίς πλέον τη σοβιετική απειλή η ουδέτερη Γιουγκοσλαβία ήταν πρακτικά άχρηστη και δίχως γεωπολιτική υπεραξία, γεγονός που, ταυτόχρονα με την οικονομική κρίση της δεκαετίας του 1980 και το ΔΝΤ, υποδαύλισε την έξαρση των εθνικισμών. Ως αποτέλεσμα της έξαρσης των εθνικιστών συγκρούσεων των αρχών της δεκαετίας του 1990 αυτή η πολυεθνική ομοσπονδία διαλύθηκε, έπειτα από έναν μακροχρόνιο εμφύλιο πόλεμο, και στη θέση της δημιουργήθηκαν επτά διαφορετικά κράτη, με αμφίβολη βιωσιμότητα.
Την εποχή πάντως της έναρξης των συγκρούσεων, στις αρχές της δεκαετίας του 1990, η Γιουγκοσλαβία υπήρξε και θέατρο έμμεσης σύγκρουσης μεταξύ Δύσης (Ευρώπη και ΗΠΑ), που υποστήριζε τη Σλοβενία και την Κροατία, και Ανατολής (Ρωσίας), που υποστήριζε τη Σερβία και τους συμμάχους της (Μαυροβούνιο και Σερβοβόσνιους). Οι Σέρβοι ήταν άτυχοι διότι η Ρωσία εκείνη την εποχή ήταν στο ζενίθ της αδυναμίας της, έχοντας έναν μεθύστακα για πρόεδρο, τον Γιέλτσιν, που είχε παραδώσει μια πλούσια χώρα στους ολιγάρχες και στους φανατικούς οικονομολόγους της Σχολής του Σικάγο, ενώ ταυτόχρονα εκλιπαρούσε το ΔΝΤ για δανεικά.
Αντίθετα οι ΗΠΑ, η επανενωμένη Γερμανία και η δυτική Ευρώπη, ήταν τότε στο απόγειο της αυτοπεποίθησής τους, έχοντας μια εύρωστη οικονομία και μια πανίσχυρη στρατιωτική μηχανή (ΝΑΤΟ), που δημιουργούσε αναπόφευκτα μια αλαζονική αίσθηση ατιμωρησίας. Έτσι, παρότι οι Σέρβοι υπήρξαν οι πραγματικοί νικητές στα πεδία των μαχών, ηττήθηκαν στο πεδίο της προπαγάνδας, της πολιτικής, της οικονομίας και στο τέλος, όντας απομονωμένοι και χωρίς την ουσιαστική βοήθεια της Ρωσίας, νικήθηκαν και στρατιωτικά και τελικά υποτάχθηκαν στις επιταγές της Δύσης. Είναι φυσιολογικό να αναρωτηθεί κανείς ποια θα ήταν η έκβαση των γιουγκοσλαβικών συγκρούσεων και πολέμων, καθώς και η μοίρα της Σερβίας και του λαού της, αν η Ρωσία ήταν εκείνη την εποχή (τουλάχιστον) τόσο ισχυρή όσο είναι σήμερα η Ρωσία του Πούτιν...
Μια διχασμένη χώρα
Κι ερχόμαστε τώρα στην περίπτωση της Ουκρανίας, των 45 εκατομμυρίων κατοίκων που είναι και η μεγαλύτερη σε έκταση χώρα της Ευρώπης (χωρίς τη Ρωσία). Είναι μήπως η σημερινή Ουκρανία η επόμενη «Γιουγκοσλαβία», το επόμενο θέατρο πολεμικών συγκρούσεων στην ευρωπαϊκή ήπειρο; Η επόμενη υποψήφια προς διάσπαση ευρωπαϊκή χώρα; Το επόμενο πεδίο γεωπολιτικής αντιπαράθεσης και σύγκρουσης μεταξύ Δύσης και Ανατολής, μεταξύ ΗΠΑ - Ευρωπαϊκής Ένωσης και ανερχόμενης Ρωσίας; Εκ πρώτης όψεως, με βάση τις τρέχουσες δραματικές εξελίξεις στο Κίεβο και λαμβάνοντας υπόψιν μας το πόσο βαθιά και πολυποίκιλα είναι διχασμένη η Ουκρανία, κανείς δεν μπορεί να αποκλείσει κάτι τέτοιο.
Η Ουκρανία (77% Ουκρανοί, 18% Ρώσοι και 5% διάφοροι), όλα αυτά τα 22 χρόνια μετά την ανεξαρτησία της, αιωρούνταν μεταξύ Ευρώπης και Ρωσίας και ο λαός της ήταν διχασμένος ανάμεσα σε φιλοευρωπαίους/φιλοδυτικούς και φιλορώσους/σλαβόφιλους. Πουθενά άλλου όμως δε φάνηκε καλύτερα αυτός ο διχασμός από τον εκλογικό χάρτη της χώρας και ειδικά κατά τις τελευταίες προεδρικές εκλογές του 2010, νικητής των οποίων αναδείχθηκε ο φιλορώσος Βίκτορ Γιανούκοβιτς με 49% (εν μέρει και λόγω της μεγάλης αποχής στα δυτικά της χώρας), αφήνοντας δεύτερη την φιλοευρωπαία Γιούλια Τιμοσένκο (45,5%), που τελικά κατηγορήθηκε για διαφθορά και κατέληξε στη φυλακή (από την οποία και απελευθερώθηκε μόλις πριν λίγες μέρες). Στις εκλογές αυτές η χώρα κυριολεκτικά χωρίστηκε στα δύο. Το Κίεβο, καθώς και η κεντρική και δυτική Ουκρανία υποστήριξε την φιλοευρωπαία Τιμοσένκο, ενώ η νότια (μαζί με τη χερσόνησο της Κριμαίας) και η ανατολική Ουκρανία υποστήριξε τον φιλορώσο Γιανούκοβιτς, που τελικά νίκησε με μικρή διαφορά. Εκτός από πολιτικά ο διχασμός αυτός έχει εθνογλωσσικά και θρησκευτικά χαρακτηριστικά. Οι Ρώσοι και οι Ουκρανοί της ανατολής και της Κριμαίας, που ψήφισαν τον Γιανούκοβιτς, μιλούν Ρωσικά, βλέπουν ρωσική τηλεόραση και είναι πιστοί του Ορθόδοξου Πατριαρχείου της Μόσχας, ενώ αρκετοί από αυτούς είναι περήφανοι και για το σοβιετικό παρελθόν. Αντίθετα οι Ουκρανοί της κεντρικής και δυτικής χώρας μιλούν Ουκρανικά, διαπνέονται από ουκρανικό εθνικισμό με έντονα αντιρωσικά συναισθήματα (αρκετοί μάλιστα από αυτούς είναι και φιλοναζιστές), ενώ θρησκευτικά υπάγονται είτε στο Ορθόδοξο Πατριαρχείο του Κιέβου είτε είναι Ελληνο-καθολικοί (Ουνίτες), είτε σκέτο καθολικοί, όπως στην πόλη Λβιφ (Γαλικία). Αν στην πρωτεύουσα, το Κίεβο, διασταυρώνονται όλες οι επιρροές, δεν συμβαίνει το ίδιο ανάμεσα στις δύο σημαντικές πόλεις, που βρίσκονται στα άκρα της Ουκρανίας.
Ανάμεσα στην πόλη Λβιφ (Λέμπεργκ ονομάζονταν στα Γερμανικά, όταν ακόμη αποτελούσε τμήμα της αυτοκρατορίας των Αψβούργων) στη Δύση, κοντά στα σύνορα με την Πολωνία, και στην ρωσόφωνη πόλη Χάρκοβο στην Ανατολή, κοντά στα σύνορα με τη Ρωσία, υπάρχει ένα αγεφύρωτο χάσμα πολιτικών, οικονομικών, πολιτισμικών, θρησκευτικών και εθνογλωσσικών διαφορών. Το Χάρκοβο ήταν η πρώτη πρωτεύουσα, μέχρι τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο, της Σοβιετικής Δημοκρατίας της Ουκρανίας και σήμερα είναι η δεύτερη σε πληθυσμό πόλη της χώρας, κι ένα μεγάλο βιομηχανικό κέντρο, κατοικημένο από μια ρωσόφωνη πλειοψηφία, που έχει το βλέμμα της μονίμως στραμμένο προς τη Μόσχα. Το Λβιφ, αν και μισό σε πληθυσμό από το Χάρκοβο, έχει τα χαρακτηριστικά μιας «κεντροευρωπαϊκής πόλης», με πληθυσμό που είναι κυρίως Ουνίτες (ελληνο-καθολικοί), καθολικοί και προτεστάντες, Ουκρανούς εθνικιστές αλλά και μειονοτικούς Πολωνούς, αλλά είναι και μια «ελεύθερη πόλη για ελεύθερους ανθρώπους» (όπως έγραφαν και τα συνθήματα των διαδηλωτών) με φιλελεύθερους ακτιβιστές που έχουν τα βλέμματα τους στραμμένα (μέσω της επιρροής της Πολωνίας) προς την Ευρωπαϊκή Ένωση. Όλη αυτή την περίοδο της ουκρανικής εξέγερσης κι ενώ η πρωτεύουσα, το Κίεβο, ήταν ένα αμφίρροπο πεδίο σύγκρουσης, το Λβιφ ήταν πλειοψηφικά υπέρ των φιλοευρωπαίων διαδηλωτών, ενώ το Χάρκοβο ήταν πλειοψηφικά εναντίον τους και υπέρ του έκπτωτου φιλορώσου προέδρου Γιανούκοβιτς. Η επόμενη μέρα στην Ουκρανία βρίσκει αυτές τις δύο πόλεις, που αντιπροσωπεύουν τα δύο διαφορετικά πρόσωπα της χώρας, σε ακόμη μεγαλύτερη απόσταση μεταξύ τους.
Το γεωπολιτικό έπαθλο της Κριμαίας
Υπάρχει φυσικά και η περίπτωση της χερσονήσου της Κριμαίας, που έχει τεράστια γεωπολιτική σημασία για τον έλεγχο της Μαύρης Θάλασσας. Με μοχλό τη μεγάλη ρωσική πλειονότητα η Μόσχα μπορεί κάλλιστα ν' αμφισβητήσει τα δικαιώματα της Ουκρανίας επί της χερσονήσου της Κριμαίας, όπου το 60% του πληθυσμού είναι Ρώσοι (24% του πληθυσμού είναι Ουκρανοί και 12% είναι μουσουλμάνοι Τάταροι) και ειδικά επί του ελέγχου του, στρατηγικής σημασίας, λιμανιού της Σεβαστουπόλεως, όπου συνεχίζει να ελλιμενίζεται (πληρώνοντας «ενοίκιο» ως το 2019) ο ρωσικός στόλος της Μαύρης Θάλασσας.
Είναι γεγονός πως χωρίς την Ουκρανία και ειδικά χωρίς τη χερσόνησο της Κριμαίας η θέση της Ρωσίας στη Μαύρη Θάλασσα θα αποδυναμώνονταν. Υπόψιν, η Μαύρη Θάλασσα, θεωρείται από τη Μόσχα ως η βάση εκκίνησης για την προβολή της ρωσικής ναυτικής ισχύος προς τη Μεσόγειο. Κι εδώ θα πρέπει να θυμίσουμε πως η ρωσόφωνη Κριμαία αρχικά ανήκε στη Σοβιετική Δημοκρατία της Ρωσίας, ώσπου το 1954 ο Ουκρανός γενικός γραμματέας του ΚΚΣΕ Νικήτα Χρουστώφ αποφάσισε να την αποδώσει στην Σοβιετική Δημοκρατία της Ουκρανίας, άσχετα αν η πλειονότητα του πληθυσμού της ήταν Ρώσοι. (ίσως ως αποζημίωση για τα δεινά που είχε υποστεί ο ουκρανικός λαός επί Στάλιν).
Ο ελληνικός παράγοντας
Στο σημείο αυτό νομίζω πως πρέπει ν' ανοίξουμε μια μικρή παρένθεση: αξίζει να σημειωθεί πως στην Κριμαία (στις νότιες ακτές της) ζούσαν από την αρχαιότητα και πολλοί Έλληνες (αρχικά ως άποικοι), οι οποίοι την κατά περίοδο του ύστερου Μεσαίωνα υποτάχθηκαν στο Χανάτο των Τατάρων της Κριμαίας (1441-1783). Κατά την περίοδο αυτή ένα τμήμα τους διατήρησε την ελληνική γλώσσα, τα Ρωμέικα, ενώ ένα άλλο τμήμα τους υιοθέτησε την ταταρική γλώσσα, που την αποκάλεσαν «Urum» (δλδ. Ταταρικά που μιλιούνται από Ρωμιούς). Στα τέλη του 18ου αιώνα ένα μεγάλο τμήμα του ρωμέϊκου στοιχείου της Κριμαίας αναγκάστηκε να μεταναστεύσει, έπειτα από εντολή της τσαρίνας Αικατερίνης της Μεγάλης, στις βόρειες ακτές της Αζοφικής θάλασσας, όπου και ίδρυσε πόλεις (Μαριούπολη) και χωριά, αποτελώντας σήμερα το πλέον ζωντανό τμήμα του Ελληνισμού της δυτικής Ουκρανίας (περιοχή του Ντόνεσκ). Τα απομεινάρια των Ρωμιών της Κριμαίας (περίπου 70.000) εκτοπίστηκαν το 1944 με διαταγή του Στάλιν στην κεντρική Ασία και στη Σιβηρία, με αποτέλεσμα σήμερα σ' αυτή την επίμαχη χερσόνησο να κατοικούν λίγες μόλις χιλιάδες ελληνικής καταγωγής πολίτες.
Τα στοιχεία αυτά είναι σημαντικά να τα θυμόμαστε καθώς η Κριμαία, που αποτελεί αυτόνομη περιοχή στα πλαίσια της Ουκρανίας, θα είναι ίσως η πρώτη περιοχή τη χώρας που πιθανόν να ανακηρύξει την ανεξαρτησία της, τόσο επειδή κατοικείται κατά πλειοψηφία από ρωσόφωνους, όσο κι επειδή εκεί σταθμεύει (στη Σεβαστούπολη) ο ρωσικός στόλος της Μαύρης Θάλασσας και γι' αυτό έχει τεράστια γεωπολιτική σημασία για τη Μόσχα. Ταυτόχρονα όμως θα πρέπει να συμπεριλάβουμε στο σκεπτικό μας πως ίσως και η Τουρκία, ως σημαντική δύναμη της Μαύρης
Θάλασσας, αισθανόμενη ανέκαθεν τη ρωσική απειλή, θα μπει στον πειρασμό να επιδιώξει την επαναφορά της Κριμαίας στη δική της σφαίρα επιρροής (χρησιμοποιώντας ίσως και τους Τατάρους της Κριμαίας, αν και αποτελούν μόνον το 12% του πληθυσμού), αν και δεν έχει δυνατότητες να αντιπαρατεθεί από μόνη της (χωρίς το ΝΑΤΟ) απέναντι στη Ρωσία. Σε κάθε περίπτωση η κάθε εξέλιξη στην Ουκρανία, ειδικά η αρνητική, επηρεάζει άμεσα και έμμεσα την Ελλάδα, όχι μόνον λόγω της παρουσίας ενός ελληνικού στοιχείου της τάξεως περίπου των 100.000 μελών, αλλά κυρίως λόγων οικονομικών και γεωπολιτικών επιπτώσεων που μπορεί να έχει μια παράταση της ουκρανικής κρίσης στην ευάλωτη Ελλάδα.
Ένας νέος Ψυχρός Πόλεμος;
Οι δραματικές εξελίξεις στην Ουκρανία, που στοίχισαν πριν λίγες μέρες τη ζωή σε 88 ανθρώπους στην Πλατεία της Ανεξαρτησίας του Κιέβου, θυμίζουν αρκετά την έναρξη του πολέμου στη γειτονική μας Γιουγκοσλαβία. Ωστόσο η Ουκρανία δεν είναι Γιουγκοσλαβία. Είναι το «Τελευταίο Σύνορο», η Μεθόριος (άλλωστε και η λέξη «Ukraina» σημαίνει στα Ρωσικά «συνοριακή περιοχή» ή «μεθόριος») της Ευρωπαϊκής Ένωσης προς την ανατολή: το θερμό σημείο της συνάντησής της με τη Ρωσία, που αποτελεί και τη μεγαλύτερη ευρασιατική δύναμη. Υπάρχει πράγματι ο κίνδυνος να ξεσπάσει ένας νέος Ψυχρός Πόλεμος μεταξύ ΗΠΑ/Ευρωπαϊκής Ένωσης και Ρωσίας πάνω στα ερείπια μιας κατεστραμμένης και διχοτομημένης Ουκρανίας. Υπάρχει ωστόσο και η ελπίδα να γίνει η κρίση στην Ουκρανία ευκαιρία για να έλθει η Ρωσία πιο κοντά στην Ευρώπη. Άλλωστε το 70% των ενεργειακών εξαγωγών της Ρωσίας κατευθύνονται προς τις αγορές τη Δύσης, πράγμα που σημαίνει πως μια απομόνωση της Μόσχας θα είχε καταστροφικές επιπτώσεις πρωτίστως στην οικονομίας της, εφόσον είναι τόσο στενά εξαρτημένη από τις ευρωπαϊκές αγορές.
Είναι γεγονός πως ο Πούτιν βρίσκεται σε δίλημμα και δυσκολεύεται να πάρει τελικές αποφάσεις σχετικά με την Ουκρανία. Αν οι Ουκρανοί εθνικιστές (και όχι οι δημοκράτες) συνεχίζουν να παίρνουν τον έλεγχο της κυβέρνησης, τότε όντως η πίεση θα αυξηθεί (κυρίως εκ μέρους και των σοβιετόφιλων ρωσόφωνων της ανατολικής Ουκρανίας και της Κριμαίας), ώστε η Μόσχα να αναλάβει δράση. Η Ουκρανία παραμένει ένα ναρκοπέδιο για τη Ρωσία. Ωστόσο μια διχοτομημένη Ουκρανία δε συμφέρει ούτε την Ευρώπη, ούτε τις ΗΠΑ, ούτε φυσικά και τη Ρωσία. Ειδικά η Ρωσία θα ήθελε την Ουκρανία ενωμένη για να μπορεί η επιρροή της πάνω της να φτάνει ως τα σύνορα της Πολωνίας. Αντίστοιχα και η Ευρώπη. Μια διχοτομημένη Ουκρανία θα ήταν το οριστικό διαζύγιο μεταξύ Ευρωπαϊκής Ένωσης και Ρωσίας, ενώ θα έπρεπε να συμβεί ακριβώς το αντίθετο. Ποιος θα ήθελε κάτι τέτοιο; Προσωπικά επιθυμώ ακριβώς το αντίθετο.
* Ο Γιώργος Στάμκος (stamkos@post.com) είναι συγγραφέας και δημιουργός του περιοδικού Ζενίθ (www.zenithmag.wordpress.com)
ΠΗΓΗ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου