Πέμπτη 28 Μαρτίου 2013

Χριστόδουλος των Ελλήνων: η Δικαίωση (Α’ Μέρος)



«Προσοχή, γιατί η Ε.Ε. βαδίζει προς διάλυση»  (2005)
«Δεν θα υπάρχει Ευρώπη στηριζόμενη σε πιέσεις» (2003)
«Έρχεται η πολτοποίηση και ο αφανισμός» (2000)
«H πίστη είναι η ελπίδα μας» (2007)…

Όταν, το 2005, ο Χριστόδουλος μιλούσε για «σχέδιο κατά της Ελλάδας», κάποιοι τον έβρισκαν υπερβολικό. Όταν, το 2006, είπε «να είστε έτοιμοι γιατί κάποιοι προετοιμάζουν γενική έφοδο κατά της χώρας», πολλοί δεν τον πήραν στα σοβαρά, υπνωτισμένοι από την εικονική πραγματικότητα της δήθεν «ισχυρής Ελλάδας». Όταν, το 2007, στο τελευταίο του μήνυμα, προέτρεπε για «αντίσταση και ανάκαμψη για ό,τι κινδυνεύει», είχε δει τις δύσκολες μέρες που έρχονταν και ήθελε να προειδοποιήσει.


«Οι Ευρωπαίοι έδειξαν πως δεν θέλουν το καλό μας και έγιναν αίτιοι εθνικών συμφορών. Τώρα είμαστε αδελφοί με τους Ευρωπαίους. Και καλά κάναμε. Να τα ξεχάσουμε όλα; Να τα συγχωρήσουμε ναι, να τα ξεχάσουμε όχι. Πρέπει να είμαστε επιφυλακτικοί. Τώρα ο κίνδυνος είναι να υποστούμε μια νέα Άλωση», έλεγε λίγο μετά την ενθρόνιση του, 14 χρόνια πριν, και είχε τόσο δίκιο.


Θα αναγνωριστεί η γενοκτονία των Ποντίων (6/7/2006) 

Η γενοκτονία των Ποντίων θα αναγνωριστεί, διότι το αίμα του δικαίου δεν θάβεται στη γη, αλλά ανεβαίνει στον Θεό. Σήμερα βεβαίως, δεν βρισκόμαστε σε πολεμική περίοδο. Η πολιτική μας ηγεσία μπορεί να υποστηρίξει σε διεθνές επίπεδο τα δίκαια των Ελλήνων. Αλλά αυτό δεν είναι επιχείρημα για να ρίξετε τη σημαία του αγώνα. Ο αγώνας σας δεν είναι απότοκος συνθηκών, είναι το αναμμένο καντήλι της ψυχής σας, που η φλόγα του φαίνεται ακόμη και στον χορό σας.



Γιατί θέλουν να διαγράψουν το 1821 (25/3/2002)

Το σύστημα έχει υποβαθμίσει το Εικοσιένα, το μήνυμα του, τις θυσίες όσων αγωνίστηκαν με υπερηφάνεια κι αξιοπρέπεια για του Χριστού την πίστη την αγία και της πατρίδος την ελευθερία. Κατά βάθος μάλιστα, λόγω του ευδαιμονισμού, της ξιπασιάς και της δουλοφροσόνης έναντι των υλικά ισχυρών που διακατέχει τους ηγέτες του, το σύστημα έχει σβήσει από τη μνήμη του το '21 και θέλει να το διαγράψει και από τους Έλληνες, γιατί το βλέπει ως εμπόδιο στην αφομοίωση τους στη χοάνη του συγκρητισμού και στην υποταγή τους στο παντοδύναμο τίποτε, στο πανίσχυρο μηδέν της ανθρώπινης εξαθλίωσης.

Δεν θα τους περάσει όμως. Οι Έλληνες απέδειξαν στο θέμα των ταυτοτήτων και συνεχώς με τις ενέργειες τους τεκμηριώνουν το γεγονός ότι κρατούν ζωντανό στη μνήμη τους τον ευαγγελισμό της Θεοτόκου και τον ευαγγελισμό του γένους και με πρωτοπορούσα την Εκκλησία τους προσφέρουν την πνευματική και πολιτισμική διακονία τους στην Ενωμένη Ευρώπη, χωρίς ίχνος έπαρσης αλλά και χωρίς κανένα σύμπλεγμα κατωτερότητας. Και πρέπει όλοι να γνωρίζουν ότι η Εκκλησία, με τον παλμό της θρησκεύουσας ψυχής των παιδιών της, θα αποτελεί μέχρι συντέλειας του αιώνα τεράστια και αποτελεσματική δύναμη αντίστασης εναντίον όλων όσοι νομίζουν ότι ήρθε η ώρα να ανατρέψουν την πνευματική ιστορία του γένους, να εξουθενώσουν την ανθρώπινη αξιοπρέπεια και να διαστρέψουν την αλήθεια μετατρέποντας την τυραννία σε δήθεν ανθρώπινα δικαιώματα, το μυστήριο της ζωής σε μηχανιστικό φαινόμενο, και τον άνθρωπο από εικόνα του Θεού σε πριόνι και εργαλείο των σκοπιμοτήτων τους.

Ο ξένος παράγων θέλει να επιβληθεί (14/3/2004)

Ο άνθρωπος, έχοντας πλέον αποκοπεί από τη θεμελίωση του μέσα στη σχέση με τον πλησίον, έχοντας αντικαταστήσει την αφοσίωση και τη θυσία με κώδικες ηθικής συμπεριφοράς, έχοντας στερηθεί σταθερές αναφορές που του έδιναν τις συντεταγμένες του στον κόσμο, παραδίδεται γρήγορα στις δυνάμεις της αλλοτρίωσης. Οι δυνάμεις αυτές οπλίζουν το άτομο στον αγώνα του να επικρατήσει επί των άλλων, με κάθε τρόπο, στη σκληρή και απρόσωπη καταναλωτική -δηλαδή υλιστική- κοινωνία. Στη νεωτερική και μετανεωτερική παιδεία δεν επιδιώκεται η μόρφωση του νέου ανθρώπου και η διάπλαση της ψυχής του, αλλά η επαγγελματική κατάρτιση του. Εδώ και χρόνια, ακούμε την άρχουσα λογική να ζητάει σύνδεση της εκπαίδευσης με την παραγωγή — και δεν έχουμε αντιδράσει, ίσως, όσο θα έπρεπε. Από το 1989, διατυπώθηκε, επισήμως πλέον στην Ευρώπη, το αίτημα της προσαρμογής της εκπαίδευσης στον εμπορικό ανταγωνισμό, και πάλι βέβαια χωρίς καμιά συζήτηση για παράλληλη ενίσχυση της ανθρωπιστικής παιδείας και πνευματική και ηθική θωράκιση του νέου ανθρώπου.

Το άτομο, έχοντας ως μόνον οδηγό του ένα αίσθημα ευθύνης θεμελιωμένο στην ηθική κι όχι στη χριστιανική διδασκαλία, δεν μπορεί να βρει νόημα στη ζωή του και βεβαίως δεν μπορεί να δεχτεί ως υπέρτερη ερμηνεία της ύπαρξης του όσα ψελλίζει η αθεϊκή ηθική. Η αγορά, άλλοτε μέρος της ζωής, γίνεται το κέντρο της ζωής. Η επιτυχία σε αυτή γίνεται το μέτρο κρίσεως του ατόμου. Στερημένη από το πλαίσιο που δίνει η χριστιανική ζωή, η προτροπή να μάθεις μεταπίπτει σε προτροπή να επιτύχεις στον ανταγωνισμό, έτσι ώστε το σύνθημα «Τόλμα να μάθεις!» μεταφράζεται στην κραυγή «Νίκησε! Κέρδισε!»

Κατ' αυτόν τον τρόπο, η κοινωνία που στήθηκε στο όνομα του ατόμου τώρα προχωρά στη σύνθλιψη του. Εάν δεν δράσουμε αμέσως και σωστικά, η δυτική κοινωνία —η κοινωνία μας πλέον— θα μετατραπεί βαθμιαία και γρήγορα σε μηχανισμό εξαφάνισης κάθε διαφοράς όπου ούτε γένος ούτε γλώσσα ούτε παιδεία ούτε ήθος ούτε θρησκεία ούτε παράδοση ούτε ιστορική παρουσία και συνέχεια θα αναγνωρίζονται, κι όπου το άτομο θα διακρίνεται πλέον από τα υπόλοιπα μόνο από το ύψος της καταναλωτικής δαπάνης. Εάν δεν αντιδράσουμε βοηθώντας, θα καταργηθεί κάθε αυτοσυνειδησία που προϋποθέτει υπέρβαση του εγκόσμιου και παροντικού και, άρα, η χριστιανική πίστη- θα καταργηθεί κάθε ταυτότητα που προϋποθέτει ιστορικές και άρα υπερατομικές ρίζες.

Μέσα στη νύχτα της ναζιστικής Κατοχής, ο Αρχιεπίσκοπος της Εκκλησίας της Ελλάδος αποφάσισε να βάλει ενέχυρο όλη την περιουσία της Εκκλησίας μας, ακίνητα, ναούς, μοναστήρια, τάματα, καντήλια, ράσα, βυζαντινές εικόνες αξίας, να πάρει τους σταυρούς από τα στήθη των επισκόπων, και όλα μαζί να τα βάλει ενέχυρο για να βρει λεφτά και στάρι να ταΐσει τα Ελληνόπουλα. Αυτή είναι η Εκκλησία της Ελλάδος, και είναι εκτός τόπου να πιστεύει κανείς ότι δεν θα κάνει το ίδιο αν χρειαστεί, προκειμένου να σώσει και να στηρίξει την ψυχή της Ελλάδας.

Κανείς «ξένος παράγων» και καμιά ιδεολογία δεν μπορεί να έχει το ανάστημα να υπαγορεύει μέτρα που θίγουν την πιο καίρια πτυχή της λαϊκής ευαισθησίας, τη βίωση της ιστορικότητας. Από αυτή τη βίωση μπορεί να αντλήσει αυτοσεβασμό και αξιοπρέπεια ως λαός, από αυτήν αντλεί δυνάμεις δημιουργίας. Και ας γίνει σε όλους κατανοητό ότι δεν είναι οι εθνικιστές αυτοί που αντιδρούν στην επιχειρούμενη παραχάραξη της Ιστορίας. Είναι η συλλογική συνείδηση που αντιδρά στη μεθοδευμένη αλλοίωση της μνήμης, προκειμένου να εξυπηρετηθούν γεω-

πολιτικές επιδιώξεις. Και είναι τιμή για τον λαό μας η αντίδραση στην ι,σοπέδωση, διότι, άλλως, η παραχάραξη της Ιστορίας θα περνούσε, η λοβοτομή της εθνικής μνήμης θα γινόταν, και θα ακολουθούσε άνετα πλέον η απόρριψη του ελληνικού έθνους στους Καιάδες της Ιστορίας.



Οι ταυτότητες είναι μόνο η αρχή (11/10/2000) 

Αυτή την ώρα έχουμε την αίσθηση ότι κρίνεται η θέση της ορθοδόξου Εκκλησίας μέσα στο κράτος των Ελλήνων, ενώ δεν αποκρύπτεται η προσπάθεια κάποιων κυβερνητικών κύκλων να διαχωρίσουν το κράτος από τη θρησκεία και, τελικά, να αποθρησκειοποιήσουν όχι μόνο τη δημόσια αλλά και την εθνική και την κοινωνική ελληνική ζωή. Μέχρι τώρα λέγονταν και γράφονταν μερικά πράγματα προς την κατεύθυνση αυτή από μοναχικούς, συνήθως στρατευμένους, επιστήμονες ή δημοσιογράφους, που έτρεφαν με τα κείμενα τους την ψευδαίσθηση ότι τάχα υπάρχει υστέρηση δημοκρατίας στην Ελλάδα, επειδή αυτή για τους γνωστούς ιστορικούς και παραδοσιακούς λόγους έχει τη στενή σχέση με την ορθοδοξία. Τώρα όμως, τα πράγματα άλλαξαν. Οι κύκλοι της άθεης ιντελιγκέντσιας —και όχι μόνον αυτοί— απέκτησαν τώρα κυβερνητική φωνή και δύναμη και παρέσυραν τον πρωθυπουργό.

Επιδιώκεται εντός και εκτός Ελλάδος η άμεση αποδυνάμωση όλων των ηθικών δυνάμεων που αντιστρατεύονται τη νέα τάξη πραγμάτων του παγκοσμιοποιητικού χυλού, καθώς και η διαμόρφωση ενός εφιαλτικού μέλλοντος του ατομοκεντρικού μετανθρώπου, στον βαθμό που θα επεκτείνονται οι γενετικές μεταλλάξεις και η κατασκευή μηχανισμών «συνεπαφής» ζωντανών ιστών και μηχανικών κατασκευών. Με άλλα λόγια, επιχειρείται σήμερα στη χώρα μας μια απόρριψη του ελληνισμού των τριών μεγάλων περιόδων. Αρχαία Ελλάδα, Βυζάντιο, Νέος Ελληνισμός, και περιορισμός του ελληνικού έθνους σε μιαν άχρωμη «πολυ-πολιτισμική κοινωνία».

Παράλληλα, επιχειρείται με πείσμα η απόρριψη του ρόλου της Εκκλησίας στους αιώνες της δουλείας και στον εθνικοαπελευθερωτικό αγώνα του 1821 και σε όλους τους αγώνες του λαού μας, αλλά και στη σύγχρονη κοινωνία, και η πρόταξη του ρόλου του Διαφωτισμού, παραγνωρίζοντας ότι ακόμη και οι περισσότεροι από τους Έλληνες διαφωτιστές ήταν κληρικοί της Εκκλησίας. Ως αποτέλεσμα ενός τέτοιου βιασμού της ιστορικής αλήθειας επιχειρείται να αναδειχθεί η νεοελληνική ταυτότητα ως μονοδιάστατα πολιτειακής μορφής υπόθεση, γεγονός που πολύ πιο εύκολα θα προετοιμάσει τη συγχώνευση του ελληνικού λαού σε ένα δυτικοευρωπαϊκό αφομοιωμένο στο παγκοσμιοποιημένο μεγακράτος. Κατά συνέπειαν, όπως από την αρχή διακηρύξαμε, το ζήτημα των αστυνομικών ταυτοτήτων είναι η απαρχή σειράς μέτρων που θα ακολουθούσαν, αν δεν υπήρχε και αν δεν υπάρχει η δι' επιχειρημάτων λελογισμένη αντίδραση της Εκκλησίας.

Το είπαμε από την αρχή ότι με τη διαγραφή του θρησκεύματος από τις ταυτότητες επιχειρείται συστηματικός αποχριστιανισμός του κράτους των Ελλήνων, με κατεύθυνση την ίδια την κοινωνία και, κατ' επέκταση, το έθνος.


Οι πρακτορίσκοι της αθλιότητας (5/12/2003) 

Σήμερα, οι άνθρωποι έχουν να αντιμετωπίσουν πλειάδα προβλημάτων βιοπορισμού, κυρίως, αλλά και αξιοπρέπειας. Δεν έχουν πολύ καιρό για να φιλοσοφήσουν και να στοχαστούν. Προτιμούν την έτοιμη ύλη που τους προσφέρουν οι πρακτορίσκοι της αθλιότητας. Ωστόσο, η ύλη αυτή είναι εν πολλοίς άχυρα και «κούφια καρύδια», σπονδή στη φθορά και την αλλοτρίωση. Τώρα, είναι καιρός ανάκαμψης.



Έρχεται η πολτοποίηση και ο αφανισμός (1/1/2000) 

Παρακολουθώντας από κοντά τις εξελίξεις στο θέμα των ταυτοτήτων, έχω καταλήξει στο συμπέρασμα ότι αυτοί που το δημιούργησαν, δηλαδή οι άνθρωποι της εξουσίας, είναι αριστοτέχνες στην επιστημονική σύλληψη του σκοπού που επιδιώκουν, τα δε ΜΜΕ καλύπτουν το θέμα με εκπληκτική προσαρμογή στις απαιτήσεις της στρατηγικής που καταστρώθηκε για να εξουδετερώσει την επιρροή της Εκκλησίας στον λαό μας.

Η εφαρμογή του πιο πάνω σχεδίου επιδιώκει να μας μετατρέψει, μέσα στη γενέθλια γη μας, σε μετανάστες, στερημένους από τη θαλπωρή της πνευματικότητας που η ορθόδοξη πίστη μας χάρισε. Η επιδιωκόμενη μετατροπή του κράτους σε «άθρησκο» και ουδέτερο απέναντι στην Ορθοδοξία είναι αντίθετη με την ανάγκη που νιώθει κάθε Έλληνας να στηριχτεί σε κάποια μόνιμα και σταθερά ερείσματα για να επιβιώσει. Η εξουσία ανάγκασε τον Νεοέλληνα να μπει σε μια περιπέτεια που του κοστίζει όχι μόνο την ψυχική του ηρεμία και γαλήνη, αλλά και τον κίνδυνο να δει τα ερείσματα του αυτά να καταρρέουν κάτω από την πίεση των εκσυγχρονιστών. Και μετά, έρχεται η πολτοποίηση και ο αφανισμός. Όποιος δεν τα καταλαβαίνει αυτά είτε ζει σε


Η διάλυση της οικογένειας (25/9/2004) 

Δεν υπάρχει χειρότερο κακό από την καταστροφή της οικογένειας και το «πέταγμα» των παιδιών στους τέσσερις ανέμους. Ας μην κλείνουμε τα μάτια. Το εύκολο διαζύγιο, οι ελεύθερες συμβιώσεις, η φυγοτεκνία, η εγκατάλειψη της συζυγικής στέγης, η καταθλιπτική ατμόσφαιρα και η γκρίνια στο σπίτι, η αδιαφορία προς τα παιδιά, η αλόγιστη πολυτέλεια είναι σαράκια που, τελικά, κατατρώγουν τα οικοδόμημα που ονομάζεται οικογένεια.



Δεν θέλουμε να εξευτελιστούμε ως Έλληνες (24/3/2001) 

Η Ευρώπη, έχει λεχθεί, στερείται σήμερα οράματος. Οι Έλληνες δεν δικαιούμαστε να το λέμε για τον εαυτό μας. Γιατί τα οράματα τα δικά μας είναι μέσα στην ορθοδοξία μας, είναι μέσα στην παράδοση μας, είναι μέσα στην Ιστορία μας• και δεν χρειάζεται να ψάξουμε πολύ για να τα βρούμε. Με αυτά τα οράματα θα ζήσουμε, όπως έζησαν οι πατέρες μας, και με αυτά τα οράματα θα σταθούμε όρθιοι στα πόδια μας, για να αντιμετωπίσουμε την οποιαδήποτε δυσκολία.

Εμείς οι Έλληνες, σήμερα, που αντιμετωπίζουμε τόσα προβλήματα μέσα στη ζωή μας, εμείς οι Έλληνες που βλέπουμε ότι τα τύμπανα του πολέμου ηχούν εκεί πιο πάνω από τα βορινά μας σύνορα, εμείς οι Έλληνες οι οποίοι βλέπουμε ότι υπάρχει ανάγκη να αποκαταστήσουμε την εθνική και την κοινωνική μας συνοχή, εμείς οι Έλληνες που πιστεύουμε στον Θεό κατανοούμε ότι δεν μπορούμε χωρίς τον Θεό να σωθούμε και δεν υπάρχουν άλλα στοιχεία ειδοποιά της πνευματικής και της εθνικής μας ταυτότητας, από τη θρησκεία μας, από τη γλώσσα μας, από τους θεσμούς μας, από την οικογένεια μας, απ' όλα αυτά τα οποία συνθέτουν αυτό το οποίο ονομάζουμε ελληνορθόδοξη παράδοση. Αυτή η παράδοση έσωσε αυτόν τον τόπο. Και δεν δικαιούται κανένας να λέγει και να διερωτάται τι τάχα είναι αυτή η παράδοση. Δεν είμαστε εμείς εχθροί αυτού του τόπου. Αντιθέτως, αγαπάμε τον τόπο στον οποίο γεννηθήκαμε και δεν θέλουμε να εξευτελιστούμε- και δεν θέλουμε να χάσουμε την οντότητα μας και την ιδιοπροσωπία μας. Δεν θέλουμε να απομακρυνθούμε από την παράδοση μας, γιατί ξέρουμε ότι αυτή έχει δοκιμαστεί μέσα στους αιώνες και έχει δώσει, ως καρπούς, την ενότητα του ελληνισμού, την ομογένεια του και την πνευματική του δύναμη και ισχύ, η οποία, σήμερα, παρά ποτέ άλλοτε, χρειάζεται σ' αυτόν τον τόπο.


Οι ευρωλιγούρηδες και το αίσχος (3/9/1999) 

Υπάρχουν κάποιοι που θέλουν την ουσιαστική κατάργηση των Θρησκευτικών με τον τρόπο που γίνονται. Σήμερα αυτό που διδάσκουν στα παιδιά είναι ένα μάθημα όπως το ονειρεύονται οι ευρωπαϊστές, αυτοί που τους έχουν ονομάσει και «ευρωλιγούρηδες». Αποτελεί αίσχος για τους Νεοέλληνες να παίρνουν ως κριτήρια το τι θέλουν κάθε φορά οι ντιρεκτίβες των Βρυξελλών και όχι τι επιβάλλει η ιστορική αναγκαιότητα και η παράδοση αυτού του τόπου.



Το έλλειμμα ηγεσίας (3/2/2007) 

Η πολιτική ηγεσία της Ευρώπης δεν συνεχίζει πάντοτε την πορεία της έτσι όπως την είχαν θελήσει οι μεγάλοι ευρωπαϊστές ιδρυτές της. Από τα χρόνια του Κωνσταντίνου Καραμανλή και μετά, η πολιτική ηγεσία •ακολουθεί ορισμένες φορές πορεία που δείχνει μια διαφοροποίηση των αρχών της Ευρωπαϊκής Ένωσης από τις αρχές του ευρωπαϊκού πολιτισμού. Οι Ευρωπαίοι έχουν συχνά το αίσθημα ότι η Ένωση δεν ταυτίζεται με τον κόσμο τους. Γι' αυτό και δεν διστάζουν να στραφούν εναντίον της, όπως είδαμε με την άρνηση αποδοχής του Συντάγματος. Να μη γίνει «επιχείρηση» η Ε.Ε. 27/2/2006

Γνωρίζετε ότι η Εκκλησία επιθυμεί την ολοκλήρωση της ευρωπαϊκής ενότητας. Ελπίζει ότι αυτή θα συμβάλει στην οικονομική προκοπή των λαών της Ευρώπης, άρα και στην προκοπή του ποιμνίου της. Είναι βέβαιη, επίσης, ότι δι' αυτής περιορίζονται οι ενδοηπειρωτικοί πόλεμοι, που χαράζουν το κορμί της ευρωπαϊκής Ιστορίας από τη γένεση της. Εκκλησία όμως βλέπει κάτι πέραν αυτών, κάτι υπέρτερο αυτών: Βλέπει ότι η πολιτική ολοκλήρωση θα ενισχύσει ιδιαιτέρως την κοινωνικότητα και την πολιτιστική ενότητα της Ευρώπης. Η Εκκλησία θεωρεί καταστροφική προοπτική τη μετατροπή της Ευρωπαϊκής Ένωσης σε μία απλώς οικονομική οντότητα, διότι, σε αυτή την προοπτική, η Ευρώπη θα γίνει πεδίο θηριώδους ανταγωνισμού. Όχι μόνον ο κοινωνικός ρόλος του κράτους θα υποβαθμιστεί, αλλά η ίδια η κοινωνικότητα θ' αντικατασταθεί από την ωμή διεκδίκηση. Η οικονομική ένωση είναι απολύτως θετική, εφόσον δεν αυτονομείται, εφόσον διακονεί την κοινωνία, εφόσον υπακούει στην πολιτική. Οι κοινωνίες, αγαπητοί μου, δεν είναι επιχειρήσεις. Όποτε έγινε προσπάθεια υποταγής τους στη λογική των επιχειρήσεων, είχαμε ως συνέπεια ην κορύφωση της αδικίας. Και όταν περισσεύει η αδικία, κανείς δεν είναι αθώος του αίματος.

Με την καταρχήν έγκριση ένταξης της Τουρκίας, έχουμε σαφέστατη περιθωριοποίηση των κοινωνικών και πολιτιστικών κριτηρίων της Ένωσης. Θέλω να σας θυμίσω ότι ο Βολταίρος έλεγε, ειρωνευόμενος την Αγία Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία, ότι δεν υπήρξε ποτέ ούτε αγία ούτε ρωμαϊκή ούτε αυτοκρατορία. Φοβούμαι ότι, ακολουθώντας τη σημερινή πορεία, σε λίγο θα το επαναλαμβάνουμε αυτό όποτε μιλάμε για την Ευρωπαϊκή Ένωση. Με την έγκριση ένταξης της Τουρκίας, φάνηκε π:ους λαούς ότι η ευρωπαϊκή πολιτική δεν μπορεί να χαράξει γεωπολιτική αντίληψη που θα υπηρετεί το μέλλον της Ευρώπης, αλλά υποτάσσεται σε αλλοτριωτικές γεωπολιτικές αντιλήψεις, σε εθνικά και πρόσκαιρα ή σε ηγεμονικά συμφέροντα, ξένα και αντίθετα προς την ευρωπαϊκή κοινωνία και πνευματικότητα.

Θέλουμε να αντισταθούμε στις τάσεις και στις δυνάμεις εκείνες που εξωθούν σε κατάργηση της ευρωπαϊκής ταυτότητας, που θέλουν τον Ευρωπαίο απλώς κάτοικο ενός χώρου, χωρίς δική του ταυτότητα, ξένο προς την κληρονομιά του και παθητικό αποδέκτη του μέλλοντος του.



Μας θέλουν ένα μόρφωμα χωρίς ρίζες (7/12/2006)

Διαπιστώνουμε ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση φοβάται να αναφερθεί σε αυτούς που τη γέννησαν. Φοβάται να μιλήσει για την ελληνική παιδεία, φοβάται να μιλήσει για το ρωμαϊκό δίκαιο, φοβάται να αναφερθεί στον χριστιανισμό. Προωθεί την εικόνα ενός αόριστου συνόλου, ενός μορφώματος χωρίς ρίζες, χωρίς ταυτοτικά στοιχεία, χωρίς δεσμευτικές προϋποθέσεις. Δεν θα σχολιάσω την πολιτική της, θα πω όμως ότι πάντως δεν έχει σχέση με το όραμα που τη γέννησε. Και θα προσθέσω, με πολύ μεγάλη θλίψη, ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση δείχνει ότι διαρκώς και περισσότερο απομακρύνεται από τον ευρωπαϊκό πολιτισμό. Όσοι από μας, έστω κι αν δεν είναι ενθουσιώδεις ευρωπαϊστές, θέλουν όμως η Ευρώπη να είναι το σπίτι μας, πρέπει να συνειδητοποιήσουν ότι για να είναι σπίτι μας, πρέπει να αναπαύει τη συνείδηση μας. Η πολιτική ηγεσία πρέπει όχι μόνο να μη φοβάται τον Ευρωπαίο, αλλά να τον προστατεύει και να είναι υπερήφανη γι' αυτόν. Δεν μπορεί να προσπαθεί να μας κρύψει κάτω από το χαλί ούτε να θέλει να μας αλλοιώσει.

Προσοχή, γιατί η Ε.Ε. βαδίζει προς διάλυση (14/6/2005) (Επιστολή στον πρόεδρο της Κομισιόν, κ. Μπαρόζο)

Μόνον εφόσον η ανάπτυξη της οικονομίας επιδιώκεται παράλληλα με την ανάπτυξη της κοινωνικής συνευθύνης, μπορεί, κ. πρόεδρε, η ευρωπαϊκή κοινωνία να προχωρήσει. Μόνον εφόσον η επιδίωξη της τεχνολογικής ανάπτυξης θα συνδέεται με την κοινωνικότητα και την πνευματικότητα, θα οδηγήσει σε μια αναβαθμισμένη ποιοτική κοινωνία. Και αυτό που ο Ευρωπαίος χρειάζεται είναι, πράγματι, μια κοινωνία με συνοχή, ενότητα και αλληλεγγύη, με αίσθημα δικαιοσύνης και κατανόησης στους αδυνάτους. Μια τέτοια κοινωνία θα μπορεί να αντιμετωπίζει με τον καλύτερο δυνατό τρόπο τα προβλήματα που η ατελής κοινωνία μας, ως έργον ανθρώπου, πάντοτε θα έχει.

Αντιλαμβάνομαι, κ. πρόεδρε, ότι, δυστυχώς, το αξίωμα της άκρατης ανταγωνιστικότητας και της μεγιστοποίησης του οφέλους, κυριαρχεί σε όλα τα στρώματα του πληθυσμού, σε όλους τους λαούς και σε όλο τον πλανήτη. Ο ρόλος όμως της Ευρώπης είναι να δείξει ένα άλλο μοντέλο ανάπτυξης, το οποίο, χωρίς να εγκαταλείπει τις απαιτήσεις και τους κανόνες της ανοιχτής αγοράς, θα έχει ανθρώπινο πρόσωπο. Η «θεοποίηση» του ατομικού οφέλους, όπως κι αν αυτό νοείται, οδηγεί πάντοτε τις κοινωνίες στην παρακμή. Επομένως, παράλληλα με την αύξηση της ανταγωνιστικότητας της οικονομίας και την υπόδειξη των συγκεκριμένων μέτρων στον τομέα του εκσυγχρονισμού του ευρωπαϊκού κοινωνικού μοντέλου, η Στρατηγική της Λισαβόνας θα έπρεπε να τολμήσει περισσότερο και να προτείνει περαιτέρω μέτρα που θα είχαν ως στόχο να εκσυγχρονίσουν την κοινωνία κατά τρόπο συμβατό με τις αρχές και τις αξίες της χριστιανικής θρησκείας και του ευρωπαϊκού πολιτισμού γενικότερα. Παράλληλα με τη δημιουργία της ανταγωνιστικότερης και παραγωγικότερης οικονομίας της υφηλίου, θα έπρεπε να αποτελεί στρατηγικό στόχο της Ένωσης και η δημιουργία της πλέον ευαίσθητης κοινωνίας με ανθρώπινο πρόσωπο.

Τα θέματα που απασχολούν σοβαρά σήμερα τους Ευρωπαίους πολίτες, όπως προέκυψε και από τα δημοψηφίσματα στη Γαλλία και την Ολλανδία, είναι πολλά. Θεωρώ και πιστεύω ότι κι εσείς, κ. πρόεδρε, συμφωνείτε ότι το πρώτο και σπουδαιότερο ίσως είναι το αίσθημα ότι απειλείται η κοινωνική συνοχή. Αυτή την απειλή εκφράζει εντονότατα το φάσμα της ανεργίας, ιδιαίτερα των νέων και των γυναικών. Αυτή εγείρει και τη συνακόλουθη αβεβαιότητα των εργαζομένων για τη διατήρηση των θέσεων εργασίας τους στο μέλλον. Είναι ευρύτερα κατανοητή, πιστεύω, η άποψη ότι το πρόβλημα αυτό θα λυθεί σε μεγάλο βαθμό με τη δημιουργία της ανταγωνιστικής οικονομίας, όπως προβλέπεται άλλωστε και από τη Στρατηγική της Λισαβόνας. Μέχρις ότου όμως επιτευχθεί ο στόχος αυτός, όλοι οι παράγοντες της πολιτικής και της οικονομίας θα πρέπει να δείχνουν πλήρη ευαισθησία έναντι των εργαζομένων και των πολιτών που αισθάνονται απειλούμενοι. Έτσι, π.χ., το φαινόμενο που παρατηρείται σε αρκετές περιπτώσεις στην Ενωμένη Ευρώπη, δηλαδή η αντικατάσταση των εργαζομένων με πλήρη δικαιώματα από οικονομικούς μετανάστες χωρίς δικαιώματα επιφέρει βαθιά ρήγματα στην ευρωπαϊκή κοινωνία και προκαλεί συγκρουσιακές συσπειρώσεις. Σε άλλες περιπτώσεις, παρατηρείται το φαινόμενο καταστρατήγησης του ωραρίου σε βάρος των εργαζομένων. Είναι αυτονόητο ότι δεν μπορεί να αναπτύσσεται η κοινωνική συνοχή όταν οι εργαζόμενοι υποκύπτουν σε πιέσεις από φόβο ότι θα χάσουν τη θέση τους και, άρα, θα βάλουν σε κίνδυνο το επίπεδο ζωής τους. Ο φόβος ουδέποτε δημιούργησε κοινωνία. Ο φόβος δημιουργεί μόνο δουλεία. Και θα πρέπει να είμαστε εξαιρετικά προσεκτικοί σε αυτό. Δεν είναι λοιπόν πολυτέλεια, αλλά είναι απόλυτη ανάγκη, οι ευρωπαϊκές επιχειρήσεις να βοηθηθούν, ώστε να αναπτύξουν όσο γίνεται περισσότερο το μάνατζμεντ της κοινωνικής συνευθύνης.

Έχοντας συνείδηση ότι η οικονομική ανάπτυξη πρέπει να θωρακίζει την κοινωνική συνοχή, χαιρετίζουμε με ιδιαίτερη ικανοποίηση όλες τις δηλώσεις Ευρωπαίων πολιτικών ηγετών που εμμένουν ότι η Ευρώπη χρειάζεται ισχυρό κοινωνικό κράτος. Όσα μειονεκτήματα και αντιφάσεις έχει το κοινωνικό κράτος μπορούν και πρέπει να διορθωθούν, έχοντας όμως πάντοτε ως αρχή ότι δεν ωφελεί την Ευρώπη η μετατροπή της σε περιοχή στέρησης και ανασφάλειας. Το χειρότερο που μπορεί να συμβεί στην Ευρώπη, ο αληθινός εφιάλτης της, είναι να αντικατασταθεί ο ανταγωνισμός των επιχειρήσεων από τον ανταγωνισμό μεταξύ των εργαζομένων για μια θέση εργασίας. Εάν αυτό το αίσθημα μεταδοθεί στη νεολαία της Ενωμένης Ευρώπης, κ. πρόεδρε, πιθανώς θα επιβιώσει η Ένωση, αλλά θα χαθεί για πάντα η Ευρώπη.

Κεντρικής σημασίας για το μέλλον της Ευρώπης, κ. πρόεδρε, είναι το δημογραφικό πρόβλημα. Είναι γνωστό σε όλους ότι η ευρωπαϊκή κοινωνία αντιμετωπίζει οξύ πρόβλημα υπογεννητικότητας, για την αντιμετώπιση του οποίου καταφεύγει στη μέθοδο της νόμιμης αλλά ενίοτε και παράνομης μετανάστευσης. Χωρίς κανένα απολύτως ίχνος ξενοφοβικής αντιμετώπισης του θέματος εκ μέρους της Εκκλησίας της Ελλάδος, θεωρούμε ότι πρέπει να προταθούν γενναία μέτρα στήριξης της οικογένειας. Όποτε η απόκτηση παιδιών έγινε βάρος και παράγων ανασφάλειας για την οικογένεια, ακολούθησε σεισμική κατάρρευση της κοινωνίας. Πιστεύουμε ότι η επιτυχής αντιμετώπιση του δημογραφικού προβλήματος θα αποτελούσε την περισσότερο ζωτική και αποδοτικότερη επένδυση για την ευρωπαϊκή κοινωνία.



Δεν θα υπάρχει Ευρώπη στηριζόμενη σε πιέσεις (1/6/2003) 

Αυτό που θέλω να καταθέσω ενώπιον σας σήμερα είναι ότι δεν θα μπορέσουμε να κρατήσουμε ζωντανή την ενότητα της Ευρώπης, αν την αφήσουμε στα χέρια των πολιτικών ιδεολογιών. Δεν θα μπορέσουμε να την κρατήσουμε ζωντανή, αν την αφήσουμε στα χέρια των οικονομικών συμφερόντων. Θέλω να καταθέσω ενώπιον σας τη βαθιά μου πεποίθηση ότι δεν θα υπάρξει Ευρώπη στηριγμένη σε πιέσεις και συμβιβασμούς. Αν θέλουμε Ευρώπη, θα πρέπει να αναλάβουμε την ευθύνη της Ευρώπης, να θέσουμε και πάλι ως πρόταγμα την κοινότητα των λαών της. Θα πρέπει να αναγνωρίσουμε τόσο στο Σύνταγμά της όσο και στην καθημερινή πολιτική της πράξη ότι, λέγοντας Ευρώπη, μιλούμε για έναν πολιτισμό, μιλούμε για μια συγκεκριμένη πνευματικότητα, ότι αυτό το πνεύμα έχει τον χριστιανισμό ως πατέρα του κι ότι θέλουμε να τον κρατήσουμε ως τον κορμό του.

Η ανοικοδόμηση της Ενωμένης Ευρώπης είναι ευθύνη όχι άλλων, παρά των πνευματικών της ανθρώπων.

Ακόμη μια φορά, κρατάτε στα χέρια σας την Ιστορία.



Να μη γίνουμε οι φτωχοί συγγενείς (19/10/2002) 

Ζούμε σε μία πρωτόφαντη περίοδο της πορείας μας ως γένους. Για πρώτη φορά στην Ιστορία μας, συνδεόμαστε τόσο στενά με τη Δύση, αποτελώντας, μάλιστα, μικρό μέρος του διαμορφούμενου συνόλου. Οι συνάνθρωποί μας της Δυτικής και Κεντρικής Ευρώπης έχουν μια πνευματική κληρονομιά στην οποία κυριάρχησε επί μακρόν ο σχολαστικός και αυγουστίνειος χριστιανισμός και, κατά τους τελευταίους αιώνες, ο Διαφωτισμός, ως θεοποίηση του ατομικισμού και της λογικής. Η καθ' ημάς Ορθόδοξη Εκκλησία, παρά τις πολλές και μεγάλες δοκιμασίες που υπέστη κατά τη δεύτερη χιλιετία της μετά Χριστόν εποχής, άντεξε και διατήρησε αμώμητη την πίστη, όπως την παρέδωσε ο Κύριος στους Αγίους Αποστόλους κι εκείνοι στους διαδόχους τους επισκόπους και πατέρες. Εμείς, αντί του ατόμου, έχουμε ως κέντρο τον άνθρωπο ως πρόσωπο και ως σχέση με τον Θεό και τον πλησίον και, αντί της λογικής, προτεραιότητα δίνουμε στην αγάπη, όπως μας τη δίδαξε ο Κύριος μας δια της γεννήσεως, της όλης Του βιοτής, του σταυρικού Του θανάτου και της αναστάσεως Του, και μας την περιέγραψε ο Απόστολος Παύλος με τον περίφημο και μοναδικό ύμνο της στην προς τους Κορινθίους Πρώτη Επιστολή του.

Έχουμε λοιπόν την ευθύνη αυτή την πίστη να την παραδώσουμε όπως την παραλάβαμε, παρά τις νέες δοκιμασίες που περνάμε. Και η ευθύνη πέφτει κυρίως στους πνευματικούς ώμους ημών των κληρικών και υμών των διδασκάλων. Αν συσχηματιστούμε με τον αιώνα αυτό, αν συμβιβαστούμε με τον κόσμο κι αν αφομοιωθούμε από άλλους πολιτισμούς και άλλες νοοτροπίες, θα είμαστε οι ίδιοι οι νεκροθάφτες του ελληνισμού έπειτα από ζωή 4.000 ετών, θα είμαστε εκείνοι οι οποίοι θα τον μετατρέψουμε, από ζωντανή μαρτυρία και πραγματικότητα, σε αντικείμενο της Ιστορίας και πεδίο έρευνας των επιστημόνων, κάτι που ισχύει με τους Χετταίους, τους Βαβυλώνιους ή τους Ασσυρίους.

Μεταβαίνουμε στην Ευρώπη όχι σαν πτωχοί συγγενείς, αλλά σαν λαός αρχόντων, δοκίμων χειριστών του πνευματικού πλούτου της Ευρώπης και αντάξιων των μεγάλων προγόνων μας που έθρεψαν πνευματικά τους λαούς της Ευρώπης. Δεν θα πρέπει η Εκκλησία μας να απομονώσει τον Έλληνα από την Ευρώπη ούτε όμως και να τον παραδώσει αθωράκιστο σ' αυτήν. Πρέπει να επιλέξει όχι τη ρήξη αλλά την πρόσληψη. Πρέπει, δηλαδή, να αποκτήσει εξωστρέφεια, να παύσει να μιλάει στον καθρέπτη της, να διαλεχθεί με τον Έλληνα και με τον Ευρωπαίο, να βγει από τη θερμοκοιτίδα του ελλαδισμου. Πρέπει να υπερβεί την άδικη αντίληψη ότι είναι μόνο για τελετές, για γάμους και κηδείες. Ο λόγος της δεν πρέπει να ορίζεται από την επικαιρότητα και μόνον, αλλά να την ορίζει. Αυτό θα συμβεί μόνον εάν μάχεται για αρχές καθολικής ισχύος κι εάν προωθεί τα θέματα του έθνους δια μέσου των αρχών αυτών. Η Ευρώπη και σήμερα αναμένει τον λόγο της. Θα είναι κρίμα εάν, κατατριβόμενοι με εφήμερα και ευτελή, εγκαταλείψουμε τις μεγάλες ευθύνες μας έναντι της Ευρώπης και της πατρίδας μας που δεν εκχωρούνται. Η σημερινή συγκυρία και η ιστορική αναγκαιότητα απαιτούν τη ζωντανή παρουσία της ορθοδοξίας διευρυμένων οριζόντων, έξω από το καζάνι όπου σιγοβράζουμε, λίγο-πολύ, όλοι μας.


Το λόμπι των συμφερόντων (1/1/2001)

Είναι, αναμφισβήτητα, δικαίωμα της πολιτικής ηγεσίας να ακολουθήσει την οδό που θα εκτρέψει την Ευρωπαϊκή Ένωση σε ζώνη οικονομικο-πολιτικών προδιαγραφών. Η Εκκλησία δεν μπορεί και δεν πρέπει να εναντιωθεί σε αυτή την επιλογή. Αλλά σε μια τέτοια περίπτωση, το αίτημα της πολιτικής ένωσης του ευρωπαϊκού πολιτισμού θα τεθεί εξαρχής ως κεντρικό αίτημα. Η Εκκλησία δεν θα το εγκαταλείψει. Οι πνευματικές δυνάμεις της Ευρώπης δεν θα το εγκαταλείψουν.

Πιστεύω ότι η πολιτική ηγεσία της Ευρώπης δεν θα προσπαθήσει να παραχαράξει την Ιστορία, δεν θα μετατρέψει το όραμα της ένωσης σε λόμπι των συμφερόντων. Αλλά και να το θελήσει, δεν θα επιτύχει. Το όραμα της κοινοπολιτείας δεν είναι ιδεολόγημα για να παραχαραχτεί, είναι συνείδηση του Ευρωπαίου. Οπότε, είναι απολύτως βέβαιο ότι, μέσα στην ένωση συμφερόντων που θα θελήσουν ίσως να κατασκευάσουν οι ανερμάτιστοι, θα γεννηθεί ξανά το κίνημα που θα ζητά από τους Ευρωπαίους να ενωθούν σε μια πολιτική οντότητα εκφραστική του πολιτισμού τους.

Πληθαίνει γύρω μας η απανθρωπιά, ο κυνισμός, η αντικατάσταση της δικαιοσύνης από την ωμή ισχύ. Ενισχύονται οι δυνάμεις που θέλουν να κάνουν την ανθρωπότητα ένα γκρίζο πολτό, ικανό μόνο να παράγει και να καταναλώνει, με ένα ενδιάμεσο διάλειμμα διασκέδασης που σε αφήνει άδειο σακί. Προχωράνε τα δρεπανηφόρα άρματα που θέλουν να κόψουν την παιδεία και ν' αφήσουν ανεμπόδιστη την αλλοτρίωση και την ψυχική συντριβή. Προχωράνε όλα αυτά, στο όνομα της επιδίωξης μεγαλυτέρου κέρδους.

Έχει σίγουρα πολλή δουλειά να κάνει ο πολιτισμός μας. Όχι για περισσότερο κέρδος, αλλά για τον σεβασμό του ανθρώπου. Για την αξιοπρέπεια του.

Και είναι σ' αυτόν τον αγώνα δίπλα του και πάλι, και πάντα, αταλάντευτη η Εκκλησία.

Ο κόσμος γύρω μας χάνεται (29/6/2006)

Το κύμα της απιστίας δεν αναχαιτίζεται παρά μόνο με την ενεργή παρουσία μας. Αυτή όμως συχνά δεν υπάρχει. Δεν είμαστε άνθρωποι, της Εκκλησίας για να ζούμε βολεμένοι και ν' αρκούμαστε στις εκδηλώσεις τιμής προς τα πρόσωπα μας.

Έχουμε χρέος έναντι Θεού και ανθρώπων να πεθάνουμε για να ζήσει ο κόσμος, διαφορετικά θα μείνουμε μόνοι και τη θέση μας θα πάρουν άλλοι... Ο λόγος μας πρέπει να γίνει αξιόπιστος, η ζωή μας να είναι υποδειγματική. Οι ενέργειες μας πρέπει να ξεφύγουν πλέον από τα δυσκίνητα όρια και πλέγματα του συντηρητισμού, να βγουν προς τα έξω για να συναντήσουν τον κόσμο, να αναζητήσουν τους πονεμένους και δυστυχισμένους.

Ο κόσμος γύρω μας χάνεται κι εμείς ενδιαφερόμαστε για τη βόλεψή μας. Πρέπει ν' αντιδράσουμε, αν θέλουμε να τιμήσουμε αυτό που είμαστε. Πού πάμε, πώς πορευόμαστε οι ορθόδοξοι; Κοιτούμε τα δευτερεύοντα, ενώ ο κόσμος έχει ανάγκη την Εκκλησία του γιατί γνωρίζει ότι μόνον αυτή μπορεί να τον στηρίξει στα δύσκολα, να του δώσει το χέρι για την αντιμετώπιση των προβλημάτων που τον ταλαιπωρούν και τον ταλανίζουν.

Η δύναμη της Ορθοδοξίας (1/1/2002)

Είναι σήμερα ανάγκη να ανταποκριθεί η Ορθοδοξία στην ελπίδα του κόσμου για ουσιαστική επιβίωση, στην ανάγκη του ανθρώπου να ξεπεράσει τα προβλήματα του και να φτάσει στα ουσιώδη του βίου. στην υπέρβαση του εσωτερικού κενού, που οδηγεί στην ανεστιότητα.

Είναι, λέγω, ανάγκη να ξαναγίνει η ζωή μας ανθρώπινη, μέσα στη θεανθρώπινη ζωή του Χριστού, να ξαναβρεί ο κόσμος το κέντρο ισορροπίας του, να ανακαλύψουμε και πάλι τον μίτο της Αριάδνης, που θα μας βγάλει από τον λαβύρινθο της σημερινής ανεπάρκειας μας και θα μας προσανατολίσει προς τη βασιλεία του Θεού, που η γεύση της αρχίζει από τούτην εδώ τη ζωή.

Και τέλος, είναι ανάγκη να ξαναβρούμε το θάρρος, να δούμε κατάματα τη ζωή, να αποκτήσουμε κριτήρια επιλογών, να μείνουμε σταθεροί στη θέση μας, παρά τις λαίλαπες που μένονται δίπλα μας, και παρά την επιρροή της παγκοσμιοποίησης στις τοπικές παραδόσεις των λαών και στην απειλή της ισοπέδωσης γλωσσών, θρησκειών, ιστοριών και λαών. Και αυτά μόνον η Ορθοδοξία έχει τη δύναμη να εξασφαλίσει.


Το σχέδιο της αποχριστιανοποίησης (9/10/2001)

Οφείλουμε να μαχόμαστε για τη διαφύλαξη της πίστης μας και της ιδιοπροσωπίας του λαού μας, τις οποίες κάποιοι θέλουν να υπονομεύσουν και να καταργήσουν με μία σειρά μέτρων αποχριστιανισμού της Ελλάδας. Τα πρώτα δείγματα της επιδιωκόμενης τελειωτικής μορφής στις σχέσεις πολιτείας και Εκκλησίας, όπως την έχουν προδιαγράψει διάφορα κέντρα εξουσίας, έχουν ήδη εμφανιστεί ως απόψεις για τον ιδιωτικό και όχι τον δημόσιο χαρακτήρα της θρησκείας, την επιδίωξη θεσμοθέτησης του υποχρεωτικού πολιτικού γάμου, την αφαίρεση των ιερών εικόνων από τις αίθουσες των σχολείων και των δικαστηρίων, την κατάργηση του μαθήματος των Θρησκευτικών με τη σημερινή μορφή του και την μετονομασία του σε μάθημα Θρησκειολογίας, τη «λογοκρισία» της Ιστορίας, την κατάργηση των θρησκευτικών ορκωμοσιών στις δημόσιες υπηρεσίες και τις Ένοπλες Δυνάμεις και του αγιασμού στη Βουλή.

Η Εκκλησία μας απέδειξε ότι ανθίσταται και ότι μπορεί να σταθεί εμπόδιο στη σχεδιασμένη αλλοτρίωση του λαού, ο οποίος στάθηκε και στέκεται στο πλευρό της, καθώς αυτή σηματοδοτεί τη μοναδική εναπομένουσα δύναμη και ελπίδα για τη σωτηρία του τόπου, παρά τον χλευασμό του και παρά τις λυσσαλέες προσπάθειες ψευδολογιας, λασπολογίας και, παραπληροφόρησης κάποιων ορκισμένων εχθρών της ορθοδοξίας.

Σε μία τέτοια εποχή, στην οποία τα σχέδια που έχουν αρχίσει να εφαρμόζονται έχουν στο στόχαστρο τους, δυστυχώς, και τη διάλυση του ελληνισμού, την παραχάραξη της Ιστορίας και την ουσιαστική υπονόμευση της κοινωνίας με την προβολή του συνθήματος για την κατάργηση του έθνους-κράτους, επ' ωφελεία μίας πολυπολιτισμικής, πολυφυλετικής και πολυθρησκευτικής κοινωνίας που διαμορφώνεται, οι βυσσοδομούντες φιλοδοξούν να πλήξουν την Εκκλησία, ώστε αυτή να σιωπήσει και να περιοριστεί σε ανούσιο ρόλο που δεν θα ενοχλεί. Ήδη, ορισμένες πολιτικές ηγεσίες χωρών της Ε.Ε. προχωρούν σε οδό πλήρους απομάκρυνσης από οποιονδήποτε δεσμό με τη θρησκεία. Παράλληλα, στο πλαίσιο της Ένωσης, αναμένεται να προωθηθούν προγράμματα και νομοθεσίες που διώχνουν τον χριστιανισμό στο καταδικασμένο ιστορικά παρελθόν και ενισχύουν την επικράτηση άθρησκης αποδοχής της ιδιαιτερότητας.

Όσο κι αν οι δυνάμεις της αθεΐας στην πατρίδα μας θέλουν να φιμώσουν τα στόματα της αλήθειας, αμφισβητώντας στην Εκκλησία το δικαίωμα να έχει άποψη ακόμη και για θέματα που πρωτίστως την αφορούν, εμείς δεν δικαιούμαστε ούτε να προδώσουμε τις αρχές μας ούτε να μείνουμε ουδέτεροι, διαψεύδοντας τις προσδοκίες του λαού. Από μέρους μας, χρειάζεται ενότητα στην ιεραρχία, καθαρός, έντιμος και αληθινός λόγος (θαρραλέος, αλλά και συνετός, ζωντανός και σύγχρονος, αλλά όχι «ξύλινος», που να ταράζει τα λιμνάζοντα ύδατα της ραστώνης και να αφυπνίζει συνειδήσεις), συνεργασία σε όλα τα επίπεδα με τα στελέχη μας, κοινή δράση στο πλαίσιο του σχεδιασμού των κινήσεων μας. Αν μπορούσαμε να είχαμε ενιαίο λόγο προς τα έξω και να τιθασεύαμε τις υπερβολές, τις μικρόψυχες τάσεις και τις προσωπικές μας φιλοδοξίες, δεν θα δίναμε το δικαίωμα στους εχθρούς της ορθοδοξίας και του έθνους να επιδιώκουν τη διάσπαση μας, να προβάλλουν γελοία προσχήματα σε βάρος μας (όπως αυτό το περί δήθεν θεοκρατίας που τάχα να επιθυμούμε να εγκαθιδρύσουμε σε αντικατάσταση της δημοκρατίας), να συκοφαντούν την πατρίδα μας στο εξωτερικό ως δήθεν διοικούμενη από τους «σκοταδιστές παπάδες» και τους ορθόδοξους «Χομεϊνί», και να επιχαίρουν για φαινόμενα που τους ενθαρρύνουν.


Η πίστη είναι η ελπίδα μας (1/3/2007) 

Το κοσμικό πνεύμα της εποχής προτείνει και προσφέρει στον άνθρωπο πολλών ειδών στηρίγματα. Το χρήμα, η δόξα, η εξουσία, η μόρφωση, που οδηγεί στην παραμόρφωση, είναι μερικά από αυτά. Εν τοις πράγμασι όμως, αποδεικνύεται ότι τα στηρίγματα αυτά είναι κενά και πλασματικά. Το χρήμα δεν φέρνει την ευτυχία, η δόξα ποτίζει το δένδρο της ανθρώπινης ματαιοδοξίας, η εξουσία εκθέτει εκείνον που δεν μπορεί να τη χειριστεί, ή χωρίς φόβο θεού, μόρφωση στερεί από τον άνθρωπο τη δυνατότητα να εννοήσει τα όρια του και να μη γίνει αυτοκαταστροφικός.

Η Εκκλησία ανέκαθεν πρόβαλλε —και σήμερα ακόμη περισσότερο προβάλλει— τον θεάνθρωπο Ιησού ως το μόνο απόλυτο, στέρεο και ασφαλές στήριγμα για εκείνον που αναζητεί την αλήθεια, τη γνησιότητα, την αυθεντικότητα, την ανθρωπιά, σε μια εποχή ψεύτικη και απατηλή. Και τον Θεάνθρωπο μπορεί να Τον συναντήσει κανείς μόνο μέσα στην Εκκλησία Του, εκεί που αποκαλύπτεται μυστηριακά και καθημερινά το πρόσωπο Του. Ο Χριστός βρίσκεται μόνο μέσα στην Εκκλησία, περιγράφεται μόνο μέσα στην Εκκλησία, βιώνεται μόνο μέσα στην Εκκλησία. Δεν μπορούμε εμείς οι άνθρωποι να Τον σχηματοποιούμε, σύμφωνα με τα κριτήρια που δικαιώνουν μέσα μας την άβυσσο των αδυναμιών μας.

Αντιλαμβάνομαι την ένσταση σας. Και επιμένω γι' αυτή την Εκκλησία, η οποία ναι μεν σπαράσσεται από τις πτώσεις των ανθρώπων της, βάλλεται από τα πάθη και τα λάθη των στελεχών της, υπάρχει όμως 2.000 χρόνια τώρα, αποδεικνύοντας ότι η αρχή και το τέλος της, εκείνος που τη συνέχει και τη συντηρεί είναι ο Χριστός, η δύναμη του οποίου τελειώνεται μέσα από τη δική μας αδυναμία.

Η πίστη λοιπόν στον Χριστό είναι η μόνη ελπίδα για τον άνθρωπο της εποχής μας, μια πίστη που, για να επιτευχθεί, απαιτεί αντίσταση στο πνεύμα του σύγχρονου κόσμου.




Απόσπασμα από την συλλογή "Η Δικαίωση: Οι μεγάλες αλήθειες του Αρχιεπισκόπου Χριστοδούλου" 
Έμπνευση — Έρευνα — Ανθολόγηση — Επιμέλεια: Δημήτρης Ριζούλης, δημοσιογράφος 


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου