Τον περασμένο μήνα, δεκάδες χιλιάδες Ιρακινοί βγήκαν στους δρόμους για να διαμαρτυρηθούν για την κακή μεταχείριση των σουνιτών από την κυβέρνηση και για να ζητήσουν για πρώτη φορά την ανατροπή του πρωθυπουργού Μαλίκι. Εκτός και αν η Βαγδάτη αρχίσει να κάνει παραχωρήσεις, σύντομα οι σουνίτες θα μπορούσαν να ζητήσουν μια ανεξάρτητη περιοχή, σηματοδοτώντας το τέλος του ενοποιημένου Ιράκ.
Τον περασμένο Δεκέμβριο, ο πρωθυπουργός του Ιράκ, Νούρι αλ Μαλίκι, διέταξε την σύλληψη αρκετών σωματοφυλάκων του Ράφι αλ- Ισάουι, υπουργού Οικονομικών και από τους πλέον ισχυρούς και σεβαστούς σουνίτες ηγέτες στο Ιράκ.
Σε απάντηση, δεκάδες χιλιάδες σουνίτες ξεχύθηκαν στους δρόμους της Ανμπάρ, της Μοσούλης και άλλων σουνιτικών πόλεων, απαιτώντας τον τερματισμό αυτών που θεωρούν κυβερνητικές διώξεις. Ο Ισάουι κατηγόρησε τον Μαλίκι ότι τον στοχοποιεί στο πλαίσιο μιας συστηματικής εκστρατείας εναντίον σουνιτών ηγετών, η οποία περιλαμβάνει το κατηγορητήριο για τρομοκρατία εναντίον του σουνίτη αντιπροέδρου, Ταρίκ αλ- Χασίμι, το 2011.
Αυτή δεν είναι η πρώτη φορά που ο Μαλίκι «κυνήγησε» τον Ισάουι. Το 2010, κατά την διάρκεια τεταμένων διαπραγματεύσεων για την αναμόρφωση της κυβέρνησης, ο Μαλίκι κατηγόρησε τον Ισάουι ότι ηγείται μιας τρομοκρατικής οργάνωσης - ένας ισχυρισμός τον οποίο ο στρατός των ΗΠΑ ερεύνησε και τον βρήκε αβάσιμο. Δεν είναι τυχαίο ότι αυτό το πρόσφατο περιστατικό σημειώθηκε λίγες ημέρες αφότου ο πρόεδρος Τζαλάλ Ταλαμπανί, ένας σταθερά αξιόπιστος μεσολαβητής στην ιρακινή κυβέρνηση, έμεινε ανήμπορος λόγω ενός εγκεφαλικού επεισοδίου.
Η κλίμακα των συνεχιζόμενων διαδηλώσεων αποκαλύπτει την ευρέως διαδεδομένη αίσθηση αποξένωσης που νιώθουν οι σουνίτες στο νέο Ιράκ. Πριν από το 2003, οι σουνίτες σπάνια αναγνωρίζονταν ως μέλη μιας θρησκευτικής σέχτας και αυτοαποκαλούνταν Ιρακινοί ή Άραβες εθνικιστές. Ήταν ο σιιτικός πληθυσμός της χώρας, ο οποίος υποστήριζε ότι ήταν το θύμα, λόγω των εναντίον του διωγμών από τον Σαντάμ Χουσεΐν.
Σήμερα οι ρόλοι έχουν αντιστραφεί. Οι σιίτες ισλαμιστές κατέλαβαν την εξουσία στην Βαγδάτη μετά την ανατροπή του καθεστώτος του Σαντάμ Χουσεΐν και μερικοί – ιδιαίτερα εκείνοι που εξορίστηκαν με εντολή του Μπάαθ - τώρα αντιμετωπίζουν όλους τους σουνίτες με καχυποψία.
Με την σειρά τους, πολλοί σουνίτες αντιτάσσονται στο πολιτικό σύστημα, το οποίο διαμορφώνεται κατά μεγάλο ποσοστό από σιιτικά και κουρδικά κόμματα. Σήμερα, ο σουνιτικός πληθυσμός κινητοποιείται ενάντια στο status quo και προβαίνει σε σεχταριστικές απαιτήσεις, όπως την απελευθέρωση των σουνιτών κρατούμενων, τον τερματισμό του βασανισμού σουνιτών υπόπτων και την ανθρώπινη μεταχείριση των σουνιτών γυναικών στις φυλακές.
Επιπλέον, οι διαδηλωτές ζητούν την ανατροπή του καθεστώτος, χρησιμοποιώντας συνθήματα που έγιναν δημοφιλή κατά την διάρκεια της Αραβικής Άνοιξης.
Εν τω μεταξύ, οι Κούρδοι ηγέτες χαρακτηρίζουν τον Μαλίκι ως το κύριο πρόβλημα που αντιμετωπίζει το Ιράκ και ορισμένες αντιπροσωπείες Κούρδων και σιιτών ταξίδεψαν στην γενέτειρα επαρχία του Ισάουι, την Ανμπάρ, για να εκφράσουν την δική τους δυσπιστία στο καθεστώς. Ο επικεφαλής κληρικός των ιρακινών σιιτών, ο Μεγάλος Αγιατολάχ Σιστανί, εξέφρασε την απογοήτευσή του για την κυβέρνηση Μαλίκι και της ζήτησε να ανταποκριθεί στις ανησυχίες των διαδηλωτών. Ο Μουκτάντα αλ-Σαντρ, ο ηγέτης του πιο αυθεντικού λαϊκού κινήματος σιιτών στο Ιράκ, της Σαντρικής Τάσης, κατηγόρησε τον Μαλίκι ότι προκαλεί την τρέχουσα δυσαρέσκεια. Παρά το γεγονός ότι ο φόβος της εξάπλωσης του αυταρχισμού ενώνει τους αντιπάλους του, η αύξηση των σεχταριστικών εντάσεων μπορεί να χωρίσει το Ιράκ στα δύο.
Όπως και με άλλες διαμαρτυρίες στον Αραβικό κόσμο, που αρχικά ξεκίνησαν από δίκαια τοπικά παράπονα, υπάρχει ο κίνδυνος ότι η σημερινή κίνηση θα γίνεται όλο και πιο σεχταριστική. Σε πολιτικές εκδηλώσεις, μερικοί σουνίτες κληρικοί του Ιράκ χρησιμοποιούν διαλλακτική γλώσσα και προβάλλουν την ιρακινή αλληλεγγύη. Άλλοι, ωστόσο, μιλούν με πάθος για τα δεινά της κοινότητας των σουνιτών στα χέρια της σιιτικής κυβέρνησης του Μαλίκι και καταδικάζουν τους δεσμούς του με το Ιράν.
Από το 2008, όταν ο Μαλίκι ηγήθηκε μιας σκληρής καταστολής του Στρατού του Μαχντί, μιας πολιτοφυλακής σιιτών, ο πρωθυπουργός επιχείρησε να παρουσιάσει τον εαυτό του ως εθνικιστή ηγέτη που προσπαθεί να ενοποιήσει την χώρα του και να επιβάλλει σε όλους το κράτος δικαίου.
Η άνοδος του Μαλίκι και η δημοτικότητα που απέκτησε στους σιίτες, ωστόσο, αποκαλύπτει τις αδυναμίες του νέου πολιτικού συστήματος του Ιράκ, που έκανε τα κρατικά ιδρύματα φέουδα πατρωνίας για τα σεχταριστικά πολιτικά κόμματα και όχι διαύλους για την παροχή δημοσίων υπηρεσιών.
Ο Μαλίκι προσπάθησε να κερδίσει νομιμοποίηση πέρα από τα όρια της σιιτικής κοινότητας, ιδίως επιδιώκοντας την υποστήριξη των σουνιτικών ψηφοφόρων. Η αντιπαράθεσή του με τον Μασούντ Μπαρζανί, τον πρόεδρο της ημι-ανεξάρτητης ιρακινής περιοχής του Κουρδιστάν, σχετικά με θέματα ασφαλείας κατά μήκος των διαμφισβητούμενων συνόρων, ήταν πρωταρχικά μια κίνηση για να κερδίσει την υποστήριξη του σουνιτικού πληθυσμού εκεί, που είναι αγανακτισμένος από την διείσδυση των Κούρδων.
Αλλά ο Μαλίκι σπατάλησε την δυνατότητά του να προσφύγει σε άλλες σέχτες και κοινότητες της χώρας, λόγω της παράνοιάς του και της ιδεολογικής του προκατάληψης ως ηγέτης του Ντάουα, του σιιτικού ισλαμικού κόμματος.
Κατηγορεί την εξωτερική παρέμβαση για τις τρέχουσες εντάσεις, εκμεταλλευόμενος εικόνες διχαστικών συμβόλων όπως οι σημαίες της εποχής του Σαντάμ, του Ελεύθερου Συριακού Στρατού και του Κουρδιστάν, καθώς και φωτογραφίες του Τούρκου πρωθυπουργού Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν.
ΠΗΓΗ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου