Γράφει ο ΣΠΥΡΟΣ ΚΑΤΣΟΥΛΑΣ*
Διδάκτωρ Διεθνών Σχέσεων και Στρατηγικής
Επιστημονικός Συνεργάτης του Ινστιτούτου Διεθνών Σχέσεων του Παντείου Πανεπιστημίου
Ως ένα μικρό παγκόσμιο πόλεμο χαρακτήρισε πρόσφατα την κατάσταση στη Συρία η δημοσιογραφική ομάδα της Washington Post, με μία δόση υπερβολής μεν, αλλά χωρίς να βρίσκεται μακριά από την παραγματικότητα. Τα αίτια, επομένως, της χαώδους κατάστασης πρέπει να αναζητηθούν στις προσπάθειες όλων των εμπόλεμων μερών να επωφεληθούν από την ανακατανομή ισχύος και τον επαναπροσδιορισμό των συνόρων που βρίσκεται σε εξέλιξη στην περιοχή.
Από την υπέρμετρα φιλόδοξη πολιτική των μηδενικών προβλημάτων με τους γείτονες, η Τουρκία βρίσκεται πλέον με την πλάτη στον τοίχο και μπροστά στο ενδεχόμενο να είναι η μεγάλη χαμένη, ήδη καταβάλλοντας υψηλό φόρο αίματος. Οι τελευταίες βομβιστικές επιθέσεις σε στρατιωτικά λεωφορεία στο κέντρο της Άγκυρας και σε στρατιωτική φάλαγγα στο Ντιγιαρμακίρ στη νοτιο-ανατολική Τουρκία στις 17 και 18 Φεβρουαρίου, έρχονται να προστεθούν στις επιθέσεις αυτοκτονίας στην πόλη Σουρούτς κοντά στα σύνορα με τη Συρία τον Ιούλιο του 2015, στην Άγκυρα σε φιλοκουρδική ειρηνική διαδήλωση τον Οκτώβριο του ίδιου έτους και στην Κωνσταντινούπολη τον Ιανούαριο του 2016.
Σε αντίθεση με τις προηγούμενες τρομοκρατικές ενέργειες, όμως, οι τελευταίες βομβιστικές επιθέσεις αποδόθηκαν από την πρώτη στιγμή από την τουρκική κυβέρνηση στους Κούρδους. Τόσο ο πρόεδρος Ταγίπ Ερντογάν όσο και ο πρωθυπουργός Αχμέτ Νταβούτογλου ισχυρίζονται ότι υπεύθυνοι των επιθέσεων είναι το συροκουρδικό Κόμμα Δημοκρατικής Ένωσης (PYD), το στρατιωτικό του παρακλάδι (YPG) και το PKK, τα οποία θεωρούν ένα και το αυτό. Μάλιστα, λίγες ώρες μετά την επίθεση αυτοκτονίας στην Άγκυρα, τουρκικά πολεμικά αεροσκάφη προέβησαν σε αντίποινα, βομβαρδίζοντας θέσεις Κούρδων ανταρτών του PKK στο βόρειο Ιράκ στην περιοχή Χαφτανίν, κοντά στα σύνορα με την Τουρκία.
Ωστόσο, σύσσωμη η κουρδική πλευρά αρνείται την εμπλοκή της στις επιθέσεις. Ο Σαλίχ Μουσλίμ, ηγέτης του συροκουρδικού PYD και ο Τζεμίλ Μπαγίκ, κορυφαίο στέλεχος του PKK, αρνήθηκαν κατηγορηματικά κάθε ανάμειξη στις τελευταίες επιθέσεις. Πέρα από τις επίσημες διαψεύσεις της κουρδικής πλευράς, αποτελεί πράγματι ερωτηματικό και στερείται στρατηγικής λογικής γιατί οι Κούρδοι να επέλεγαν να προκαλέσουν ανοιχτά με αυτό τον τρόπο μία εκτεταμένη επέμβαση της Τουρκίας στη Συρία εναντίον τους.
Γιατί επομένως η Τουρκία στοχοποιεί τους Κούρδους; Οι Κούρδοι μαχητές της Συρίας έχουν κατορθώσει να αντιμετωπίσουν με μεγάλη επιτυχία τους τζιχαντιστές του Ισλαμικού Κράτους στη Συρία, έχοντας την πλήρη υποστήριξη, για διαφορετικούς λόγους, τόσο των Ηνωμένων Πολιτειών όσο και της Ρωσίας. Ο συνδυασμός των ρωσικών βομβαρδισμών και της αμερικανικής υποστήριξης έχουν συμβάλλει στην προέλαση των Κούρδων στη βόρεια Συρία, αν και στο κοντινό μέλλον οι Κούρδοι μπορεί να αντιμετωπίσουν το δίλημμα με ποια πλευρά να συμπαραταχθούν. Προς το παρόν, οι κουρδικές επιτυχίες στη Συρία έχουν προκαλέσει την αγανάκτηση της τουρκικής πλευράς, η οποία βλέπει τον γεωπολιτικό της εφιάλτη να ισχυροποιούνται οι κουρδικές θέσεις σε μήκος των νότιων συνόρων της να ξετυλίγεται μπροστά της. Οι Κούρδοι της Συρίας αποσκοπούν σε ένα καθεστώς αυτονομίας—αντίστοιχο με αυτό που απολαμβάνουν οι Κούρδοι του βόρειου Ιράκ—σε μία μελλοντική ομοσπονδιακή Συρία.
Η Άγκυρα δεν έχει μείνει με σταυρωμένα χέρια, βέβαια, έχοντας εξαπολύσει νέα σειρά βομβαρδισμών τις τελευταίες ημέρες εναντίον κουρδικών θέσεων στη Συρία, ενώ πληθαίνουν οι φήμες χερσαίας επέμβασης με τη βοήθεια της Σαουδικής Αραβίας. Μετά τις τελευταίες επιθέσεις, παρατηρείται έντονη κινητικότητα τουρκικών ενόπλων δυνάμεων στα σύνορα της χώρας με τη Συρία. Ωστόσο, γεγονός παραμένει ότι η τουρκική κυβέρνηση δεν μπορεί να έχει ταυτόχρονα εχθρούς το καθεστώς Άσαντ, το Ισλαμικό Κράτος και τους Κούρδους της Συρίας, την ίδια στιγμή που οι σχέσεις της με τις Ηνωμένες Πολιτείες είναι στο χαμηλότερο δυνατό επίπεδο, ενώ με τη Ρωσία οι σχέσεις της είναι σε τεντωμένο σχοινί—αν όχι εχθρικές—ιδιαίτερα μετά από την κατάρριψη του ρωσικού μαχητικού αεροσκάφους τον Νοέμβριο του 2015.
Η Τουρκία, επομένως, βρίσκεται απομονωμένη και ανήμπορη να αντιδράσει μπροστά στην ανακατανομή ισχύος στην περιοχή και την διαφαινόμενη ισχυροποιήση των κουρδικών θέσεων σε όλο το μήκος της περιφέρειάς της, φοβούμενη τον ενδεχόμενο αντίκτυπο και στο εσωτερικό της, όπου βρίσκεται το μεγαλύτερο μέρος του κουρδικού έθνους, κοντά στα 15 εκατομμύρια από τα 30 συνολικά εκατομμύρια Κούρδων. Η Τουρκία έχει επιλέξει να διατηρεί σχετικά καλές σχέσεις με το αυτόνομο ιρακινό Κουρδιστάν, αν και θα πρέπει να σημειωθεί ότι ο πρόεδρος Μασούντ Μπαρζάνι πρόσφατα επανέφερε την πρόταση για διενέργεια δημοψηφίσματος για την ανεξαρτητοποίηση της περιοχής. Αν και κάτι τέτοιο βρίσκει αντίθετη πέρα από την Άγκυρα και την Ουάσιγκτον—η οποία θεωρεί ότι αυτό θα ήταν καταστρεπτικό για το Ιράκ—φαίνεται πως όλοι οι Κούρδοι της περιοχής προσπαθούν να εκμεταλλευτούν τις ευνοϊκές για αυτούς συγκυρίες και να αποκομίσουν τα μεγαλύτερα δυνατά οφέλη στην προοπτική μίας μελλοντικής διαπραγμάτευσης για την κατανομή ισχύος στην ευρύτερη Μέση Ανατολή. Από την άλλη, η Τουρκία φαίνεται αυτή τη στιγμή να χάνει, όχι μόνο Τούρκους πολίτες στο έδαφος της, αλλά και τους κυριότερους συμμάχους της.
*Ο Σπύρος Κατσούλας είναι Διδάκτωρ Στρατηγικής και Διεθνών Σχέσεων του University of Reading.
Είναι συνεργάτης ερευνητής του Ινστιτούτου Διεθνών Σχέσεων (ΙΔΙΣ) του Παντείου Πανεπιστημίου, όπου είναι επικεφαλής της Ομάδας Στρατιωτικής Ιστορίας, και ερευνητής στο Κέντρο Μεσογειακών, Μεσανατολικών και Ισλαμικών Σπουδών (ΚΕΜΜΙΣ).
Είναι ακόμα ενεργό μέλος της Ακαδημίας Στρατηγικών Αναλύσεων (ΑΣΑ), μέλος της συντακτικής ομάδας της Έδρας Στρατηγικών Σπουδών - ΓΕΕΘΑ “Θουκυδίδης”, και διδάσκων Διεθνών Σχέσεων και Στρατηγικής στο Διεθνές Τμήμα Σπουδών της Σχολής Εθνικής Άμυνας (Σ.ΕΘ.Α).
ΠΗΓΗ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου