Κυριακή 28 Ιουνίου 2015

Όχι στο "Όχι"


Το πραγματικό ερώτημα του δημοψηφίσματος, ο φόβος και οι κίνδυνοι για την Ελλάδα
 

γράφει ο Βασίλης Χατζόπουλος


Η κυβέρνηση μας προτείνει δημοψήφισμα με ένα ερώτημα το οποίο από πρώτης άποψης δεν βγάζει νόημα. «Συμφωνείτε με τους όρους…». Τους όρους ενός τρίτου «Μνημονίου» η διαπραγμάτευση του οποίου δεν έχει καν ολοκληρωθεί. Μιας πρότασης συμφωνίας με τεχνικούς και οικονομικούς όρους που στις δυο προηγούμενες εκδοχές της (Μνημόνιο Ι και ΙΙ) δεν διάβασαν οι 300 εκλεκτοί μας, δικηγόροι, οικονομολόγοι, καθηγητές Πανεπιστημίου, τώρα καλούνται να τη διαβάσουν αγρότες, συνταξιούχοι, νοικοκυρές, φοιτητές. Όχι μόνον να την διαβάσουν, αλλά και να την κατανοήσουν και να την αξιολογήσουν και να αποφασίσουν αν θα ψηφίσουν υπέρ ή κατά. Επίσης, δεδομένου ότι την πραγματικότητα του ΝΑΙ την γνωρίζουν, καλούνται οι ψηφοφόροι να φανταστούν τις συνέπειες ενός ενδεχόμενου ΟΧΙ, συνέπειες που κανένας δε μπορεί να περιγράψει με βεβαιότητα. Και όλα αυτά μέσα σε πέντε ημέρες (ενδεικτικά αναφέρεται ότι για την αντίστοιχη άσκηση οι Βρετανοί ψηφοφόροι θα έχουν προετοιμαστεί επί πέντε χρόνια!).

Στην πραγματικότητα το ερώτημα, παρότι κακοδιατυπωμένο, έχει ουσία. Και συνοψίζεται στο εξής: θέλουμε να είμαστε με τους εταίρους αποδεχόμενοι τους κοινούς κανόνες τους οποίους έχουμε συναποφασίσει ή, στη φάση που οι κανόνες αυτοί μεταφράζονται σε νούμερα δυσμενή για εμάς, θέλουμε να έχουμε το δικαίωμα να μη συμμορφωνόμαστε με τους κανόνες αυτούς;

Η απάντηση στο ερώτημα αυτό δεν είναι τεχνική ούτε και εξαρτάται από τα δεκαδικά ψηφία του ΦΠΑ ή τις αντικειμενικές αξίες του ΕΝΦΙΑ. Είναι ερώτηση ουσίας και η απάντηση που θα της δοθεί έχει συνέπειες πολύ πιο μακρόπνοες από τους μισθούς και τις συντάξεις που θα πληρωθούμε τους επόμενους μήνες. Για να απαντηθεί το ερώτημα αυτό αξίζει να απαντηθούν τα παρακάτω ερωτήματα: α) για όσους είναι σε ηλικία να θυμούνται: ποιοι ήταν οι βασικοί λόγοι για τους οποίους πανηγυρίσαμε στην Ελλάδα το 1979, όταν υπογράψαμε τη Συνθήκη προσχώρησης;, β) γιατί η Ισπανία και η Πορτογαλία ακολούθησαν μόλις «ξεφορτώθηκαν» τα δικά τους απολυταρχικά καθεστώτα; γ) γιατί όλες οι τέως κομμουνιστικές χώρες της κεντρικής και ανατολικής Ευρώπης και της Βαλτικής, μόλις μπόρεσαν, και μετά από πολύ δύσκολες μεταβάσεις (με υψηλότατα ποσοστά ανεργίας και πραγματικής – κομουνιστικής - φτώχειας), έσπευσαν να γίνουν μέλη της ΕΕ;, δ) γιατί η μεγαλύτερη επιτυχία της εξωτερικής πολιτικής της Κύπρου – και της Ελλάδας – την τελευταία εικοσαετία θεωρείται η ένταξη της Κύπρου στην ΕΕ; ε) γιατί η ίδια η Κύπρος, ενώ «οι δανειστές» της φέρθηκαν με πολύ πιο απόλυτο – και ενδεχομένως άδικο – τρόπο απ’ότι στη χώρα μας, απέρριψαν πολύ γρήγορα την ιδέα της «εξόδου»;

Σε όλα τα παραπάνω ερωτήματα η απάντηση είναι η ίδια: διότι η ΕΕ είναι ο πιο σημαντικός εγγυητής της ειρήνης,  της δημοκρατίας και της γεωγραφικής ακεραιότητας των κρατών μελών της. Διότι α) οδήγησε τους προαιώνιους εχθρούς και τους βασικούς υπαίτιους των δύο Παγκοσμίων Πολέμων, τη Γαλλία και τη Γερμανία, να γίνουν η «ατμομηχανή» μιας ενοποιητικής διαδικασίας, β) θωράκισε πολιτειακά τις νεότευκτες δημοκρατίες στην Ελλάδα, Ισπανία, Πορτογαλία και εξαφάνισε συνταγματάρχες και λοιπούς επιβουλευόμενους την εξουσία, γ) απομάκρυνε από τις τέως κομουνιστικές χώρες την απειλή-επιρροή του μέχρι πρότινος δυνάστη τους, της Ρωσίας, δ) μετέτρεψε το «Κυπριακό» σε «Ευρωπαϊκό» πρόβλημα και απομάκρυνε αισθητά τις επιθετικές βλέψεις των γειτόνων.

Οι άνθρωποι που μέχρι χθες ζούσαν με το φόβο των συνταγματαρχών, της Ρώσικης αρκούδας ή του Αττίλα, εκτιμούν αυτά που τους παρέχει η ΕΕ και είναι πρόθυμοι να «θυσιάσουν» μέρος της «αξιοπρέπειάς» και να εκχωρήσουν μέρος της εθνικής κυριαρχίας τους στην ΕΕ προκειμένου να διασφαλίσουν τα πλεονεκτήματα που αυτή παρέχει. Εμείς και η κυβέρνησή μας, ευτυχώς, έχουμε ζήσει χρόνια μακριά από αυτούς τους κινδύνους.

Γιατί αυτοί που έχουν ζωντανές τις μνήμες του κομουνισμού, των δικτατορικών καθεστώτων, της εισβολής προτιμούν και επιλέγουν να εκχωρήσουν την κυριαρχία τους ενσυνείδητα αντί να στέκονται «αξιοπρεπείς» αλλά μόνοι; Επειδή η εκχώρηση της κυριαρχίας στην ΕΕ γίνεται με τρόπο συντεταγμένο (μέσω των Συνθηκών κτλ) και γιατί η ΕΕ είναι ένα κλαμπ χωρών που λειτουργεί στη βάση συγκεκριμένων κανόνων. Και όσο μεγαλύτερο και περιπλοκότερο γίνεται το κλαμπ, τόσο μεγαλύτερη σημασία έχουν οι κανόνες για τη λειτουργία του – αν αυτοί δεν γίνονται σεβαστοί η αμοιβαία εμπιστοσύνη μεταξύ των κρατών θα πληγεί και το κλαμπ θα καταρρεύσει.

Η ΕΕ έχει την ιδιαιτερότητα ότι, σε αντίθεση με άλλους διεθνείς οργανισμούς, έχει ιδιαίτερα δεσμευτικούς κανόνες σε ολοένα και περισσότερους τομείς. Οι κανόνες αυτοί, μεταξύ άλλων, εξασφαλίζουν μια μερική ισότητα μεταξύ των κρατών μελών και περιορίζουν την ηγεμονία των ισχυρότερων χωρών. Την ηγεμονία αυτή ανακτούν οι μεγάλες χώρες σε τομείς όπου οι αποφάσεις λαμβάνονται εκτός του πλαισίου της ΕΕ, διακυβερνητικά, όπως συνέβη με το Δημοσιονομικό Σύμφωνο (fiscal compact). Η ΕΕ δεν είναι φιλανθρωπικός οργανισμός ή ΜΚΟ αλλά ένωση  κρατών με διακριτά – αλλά συνδεδεμένα – συμφέροντα. Δουλεύει στη βάση κοινώς αποδεκτών κανόνων. Χωρίς αυτούς η ΕΕ δε μπορεί να λειτουργήσει. Οπότε ή θα καταρρεύσει ή θα αποξενώσει τα μέλη εκείνα τα οποία δεν συμμορφώνονται.

Είναι έτοιμη η Ελλάδα να αναλάβει τον κίνδυνο της απομόνωσης; Είναι ο γεωπολιτικός της χώρος και η οικονομική συγκυρία κατάλληλα για κάτι τέτοιο; Οι γειτονικές χώρες, η Αλβανία, η ακατονόμαστη (ΦΥΡΟΜ) και ακόμη και η σουλτανική Τουρκία, συνιστούν παράδειγμα προς μίμηση ή προς αποφυγή; Η επιλογή της ερχόμενης Κυριακής δεν θα επηρεάσει μόνον τα μεθαυριανά νούμερα αλλά και ευρύτερα την εξέλιξη των θεσμών και της ασφάλειας στη χώρα μας για τις επόμενες δεκαετίες.




* Ο Βασίλης Χατζόπουλος είναι Αναπληρωτής Καθηγητής στο Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο Θράκης, Επισκέπτης Καθηγητής στο Κολλέγιο της Ευρώπης, Bruges (Βέλγιο) και Επί τιμή Λέκτορας στο Πανεπιστήμιο του Nottingham (ΗΒ). Είναι Διδάκτορας του Πανεπιστημίου του Στρασβούργου, LL.M Cambridge, DEEA Collège d’ Europe, Bruges. Είναι δικηγόρος στον Άρειο Πάγο/Συμβούλιο της Επικρατείας με πρακτική σε θέματα Εσωτερικής Αγοράς, Υπηρεσίες δικτύου και Δημόσιες συμβάσεις.



ΠΗΓΗ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου