Οι δομές διακυβέρνησης τείνουν να συμφύονται με τους ισχυρούς στο εσωτερικό της χώρας και τους τελευταίους αιώνες με τους οικονομικά ισχυρούς. Η εξέλιξη αυτή συνεχίζεται. Στους Financial Times, ο οικονομικός ανταποκριτής του BBC Τζέιμς Μόργκαν περιγράφει την «ντε φάκτο παγκόσμια κυβέρνηση», που αρχίζει σιγά σιγά να παίρνει μορφή: το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, την Παγκόσμια Τράπεζα, την ομάδα των επτά μεγαλύτερων βιομηχανικών χωρών, την GATT κ άλλες δομές που σκοπό έχουν να υπηρετήσουν τα συμφέροντα των υπερεθνικών εταιριών, των τραπεζών και των επενδυτικών εταιριών σ’αυτή τη «νέα αυτοκρατορική εποχή».
Στο άλλο άκρο, η Επιτροπή του Νότου παρατηρεί ότι «οι ισχυρότερες οικονομίες του Βορρά έχουν γίνει ντε φάκτο η διευθυντική ομάδα της παγκόσμιας οικονομίας, προστατεύοντας τα συμφέροντά τους κι επιβάλλοντας τη θέλησή τους στο Νότο», όπου οι κυβερνήσεις «αντιμετωπίζουν την οργή, ακόμη και τη βίαιη εξέγερση των λαών τους, το βιοτικό επίπεδο των οποίων συρρικνώνεται καθημερινά, προκειμένου να εξασφαλιστούν τα τωρινά πρότυπα λειτουργίας του παγκόσμιο οικονομικού συστήματος» -πράγμα που σημαίνει: η σημερινή δομή εξουσίας και η σημερινή κατανομή πλούτου.
Ένα ιδιαίτερα σημαντικό χαρακτηριστικό των ντε φάκτο αναδυόμενων θεσμών διακυβέρνησης είναι η ανοσία τους στη λαϊκή επιρροή, ακόμα και εν πλήρη επίγνωση, Ενεργούν πάντα εν κρυπτώ, δημιουργώντας έναν κόσμο υποταγμένο στις ανάγκες των επενδυτών: το πλατύ κοινό «το ‘χουν βάλει στη θέση του» και την απειλή της δημοκρατίας την έχουν εξουδετερώσει. Η αντιστροφή αυτή στην πορεία εξάπλωσης που είχε ακολουθήσειη δημοκρατία κατά τους περασμένους αιώνες είναι ζήτημα μεγάλης σημασίας· εξίσου μεγάλη είναι και η σπουδαιότητα των νέων μορφών που έχει πάρει η διαστρέβλωση της κλασικής φιλελεύθερης θεωρίας στη διεθνή οικονομία.
Ακόμα περισσότερο, οι θεσμοί του υπερεθνικού κράτους υπηρετούν σε μεγάλο βαθμό άλλους αφέντες, όπως έκανε και κάνει ακόμα και η κρατική εξουσία. Και στην παρούσα περίπτωση, υπηρετούν τις ανερχόμενες υπερεθνικές επιχειρήσεις στον χρηματιστικό τομέα και σε άλλους κλάδους υπηρεσιών, τη βιομηχανία, τα ΜΜΕ και τις τηλεπικοινωνίες-θεσμούς που είναι ολοκληρωτικοί ως προς την εσωτερική δομή τους, εντελώς ανεύθυνοι, αυταρχικοί ως προς το χαρακτήρα τους και παντοδύναμοι. Στα πλαίσιά τους, ο κάθε συμμέτοχος έχει την ορισμένη θέση του μέσα στην αυστηρή ιεραρχία της κυριαρχίας, εφαρμόζοντας εντολές από πάνω και μεταφέροντάς τις προς τα κάτω. Όσοι έχουν μείνει απ’έξω, μπορούν να «μπουν στη δούλεψη» των αφεντικών και (αν είναι τυχεροί) ν’αγοράσουν αυτά που παράγουν. Η μεγάλη μάζα του πληθυσμού της Γης δεν έχει πολλές επιλογές.
Μία από τις συνέπειες της παγκοσμιοποίησης της οικονομίας είναι η ανάδειξη των κρατικών θεσμών που υπηρετούν τα συμφέροντα της υπερεθνικής οικονομικής εξουσίας. Μια άλλη είναι η εξάπλωση του τριτοκοσμικού κοινωνικού μοντέλου των δύο ταχυτήτων και στο βιομηχανικό κόσμο.
Πρωτοπόρες σ’αυτήν την εξέλιξη είναι οι Ηνωμένες Πολιτείες (λόγω της ασυνήθιστης δύναμης και ταξικής συνείδησης που έχει σ’αυτή τη χώρα ο επιχειρηματικός τομέας· οι Αμερικανοί επιχειρηματίες κατάφεραν ν’αποφύγουν το κοινωνικό συμβόλαιο που οι εργατικοί αγώνες επέβαλαν σε άλλα μέρη). Η παραγωγή μεταφέρεται σε περιοχές χαμηλών αμοιβών και κατευθύνεται σε προνομιούχους τομείς της παγκόσμιας οικονομίας. Μεγάλες μερίδες του πληθυσμού καθίστανται περιττές για τη διαδικασία παραγωγής, ίσως δε και για την αγορά. Οι μέρες, που ο Χένρι Φόρντ συνειδητοποιούσε ότι δεν θα μπορούσε να πουλήσει τ’αυτοκίνητά του παρά μόνον αν οι εργάτες του είχαν αξιοπρεπή μεροκάματα για να τ’αγοράσουν, έχουν παρέλθει ανεπιστρεπτί.
Σύμφωνα ακριβώς με τις επιδιώξεις και τις προσδοκίες των αρχιτεκτόνων της πολιτικής, οι οικονομικές μεταρρυθμίσεις υπονόμευσαν τη βάση της λειτουργούσας δημοκρατίας, οδήγησαν τους πολίτες στην απομόνωση και τους ανάγκασαν να ζουν «ο καθένας για τον εαυτό του». Δεν τους «συνέθλιψαν» ακόμα, όπως στην Ανατολική Ευρώπη και στα άλλα μέρη του Τρίτου Κόσμου που βουλιάζει ολοένα στην εξαθλίωση. Το ίδιο συμβαίνει και με τις κοινότητες των εργατών στην Αμερική, όπου άλλοτε οι άνθρωποι αγωνίζονταν μ’αισιοδοξία και θάρρος για την κοινωνική δικαιοσύνη και τα ανθρώπινα δικαιώματα, ενώ τώρα είναι ένα πλήθος μοναχικών, απελπισμένων και αποθαρρυμένων ανθρώπων. Μέσα σ’αυτόν τον αμερικάνικο Τρίτο Κόσμο, που διογκώνεται ολοένα και περισσότερο μέσα στους κόλπους της αμερικάνικης κοινωνίας, το βίαιο έγκλημα και τα άλλα συμπτώματα κοινωνικής παθολογίας αρχίζουν να παίρνουν ανησυχητικές διαστάσεις, στο βαθμό που οι ανθρώπινες αξίες διαβρώνονται υπό την πίεση της επιλεκτικής εφαρμογής των κανόνων της αγοράς.
Η πραγματικότητα στη Δύση και στις υπόλοιπες χώρες του κόσμου καθόλου δεν μοιάζει πια με τις ονειρώδεις φαντασίες που είναι σήμερα της μόδας, σχετικά με την ιστορία που συγκλίνει τάχα σ’ένα ιδεώδες ελευθέρων αγορών και δημοκρατίας, «σ’ ένα μέλλον, του οποίου η Αμερική είναι ταυτόχρονα υπερασπιστής, θεματοφύλακας και υπόδειγμα».
Μια ακριβέστερη περιγραφή θα έπρεπε να συγκεντρώσει τα στοιχεία, που προέβαλαν ιδιαίτερα έντονα τα τελευταία είκοσι χρόνια. Στη Νέα Παγκόσμια Τάξη Πραγμάτων, ο κόσμος θα διευθύνεται από τους πλούσιους και αποκλειστικά προς το συμφέρον τους. Το παγκόσμιο σύστημα δεν μοιάζει καθόλου με την κλασική, παραδοσιακή αγορά. Ο όρος «εταιρική εμποροκρατία» αποδίδει καλύτερα την πραγματικότητα. Η διακυβέρνηση περνάει όλο και περισσότερο στα χέρια των τεράστιων ιδιωτικών οργανισμών και των αντιπροσώπων τους.
Οι οργανισμοί αυτοί έχουν ολοκληρωτικό χαρακτήρα: σε μια επιχείρηση η εξουσία πηγάζει από πάνω και διαχέεται προς τα κάτω, ενώ ο έξω κόσμος παραμένει αποκλεισμένος. Στο δικτατορικό σύστημα που ακούει στο όνομα «ελεύθερη επιχείρηση», η εξουσία επί των επενδυτικών αποφάσεων, επί της παραγωγής και της εμπορικής διάθεσης, είναι συγκεντρωμένη στα χέρια του διευθυντικού κυκλώματος και παραμένει μακριά από τα βλέμματα των πληβείων, όπως τα άγια των αγίων: οι εργαζόμενη και η κοινωνία δε μπορούν ούτε να την ελέγξουν ούτε να την επηρεάσουν και αυτό αποτελεί ζήτημα αρχής και νόμου.
Οι υπερεθνικές έχουν μεγεθυνθεί γρήγορα και έχουν φτάσει σ’ ένα επίπεδο που οι ξένες πωλήσεις τους ήδη υπερβαίνουν το σύνολο των πωλήσεων του παγκόσμιου εμπορίου, αυτό το σύστημα ιδιωτικής διακυβέρνησης έχει συγκεντρώσει πρωτοφανή δύναμη. Τη δύναμη αυτή την εκμεταλλεύτηκαν κατά κανόνα για να δημιουργήσουν και να στηρίξουν την «ντε φάκτο παγκόσμια κυβέρνηση», όπως αυτή περιγράφεται στις σελίδες των οικονομικών εφημερίδων: η κυβέρνηση αυτή έχει τους δικούς της θεσμούς που επίσης δεν μπορεί να ελέγξει ή να επηρεάσει η μεγάλη πλειοψηφία. Όσο για το «παγκόσμιο εμπόριο» είναι ήδη κατά το ένα τρίτον «ενδοεταιρικό», συναλλαγές δηλαδή μεταξύ μητρικής εταιρίας και των θυγατρικών της και ασφαλώς όχι εμπόριο με την ουσιαστική σημασία του όρου.
Η συγκέντρωση ισχύος σε ελάχιστα χέρια απαιτεί ισχυρά κράτη, που θα προστατεύουν και θα προωθούν τα συμφέροντα των αφεντικών με κάθε τρόπο. Η δυνατότητα μεταφοράς της παραγωγής σε περιοχές όπου η κρατική καταπίεση είναι μεγάλη και η διοχέτευσή της στους ήδη πλούσιους τομείς του παγκόσμιου συστήματος επεκτείνουν το τριτοκοσμικό μοντέλο της κοινωνίας δύο ταχυτήτων και μέσα στους κόλπους των πλούσιων χωρών.
Οι διαδικασίες και οι εξελίξεις αυτές επιταχύνθηκαν, με το τέλος του Ψυχρού Πολέμου, και με τα νέα όπλα που προέκυψαν έτοιμα προς χρήση ενάντια στους «καλομαθημένους δυτικούς εργάτες» που είχαν καταφέρει ν’ αποκτήσουν ορισμένα δικαιώματα μετά από αιματηρούς αγώνες.
Επιταχύνθηκαν επίσης εξαιτίας της τεράστιας εξάπλωσης του ανεξέλεγκτου διεθνούς κεφαλαίου και της ριζικής στροφής του κεφαλαίου από τις παραγωγικές επενδύσεις και το εμπόριο στην κερδοσκοπία. Οι παράγοντες αυτοί συνέβαλαν αποφασιστικά και στην επιβράδυνση της οικονομικής μεγέθυνσης, υπονομεύοντας ταυτόχρονα και τον εθνικό οικονομικό σχεδιασμό. Οι εθνικές κυβερνήσεις, που προσπαθούν ακόμα να πάρουν κάποια μέτρα κοινωνικής πρόνοιας, εξαναγκάζονται από τέτοιους εξωτερικούς παράγοντες να υπηρετήσουν τα συμφέροντα των πλουσίων και των ισχυρών περισσότερο παρά ποτέ.
Πόσο μπορεί να συνεχιστεί αυτή η κατάσταση; Θα δημιουργηθεί πράγματι μια διεθνής κοινωνία πάνω στα πρότυπα του Τρίτου κόσμου, με νησίδες αφθονίας και προνομιούχου πολυτέλειας μέσα σε πελάγη δυστυχίας και μιζέριας –νησίδες, που θα είναι ίσως μεγάλες σε πλουσιότερες χώρες- και με ελέγχους ολοκληρωτικής φύσης μέσα σε δημοκρατικές μορφές, οι οποίες με ταχείς ρυθμούς χάνουν το νόημα και το περιεχόμενό τους, καταντώντας απλή πρόσοψη; Ή η λαική αντίσταση, που πρέπει με τη σειρά της να διεθνοποιηθεί, αν θέλει να πετύχει, θα μπορέσει να αποδιαρθρώσει αυτές τις εξελισσόμενες δομές βίας και κυριαρχίας ελευθερίας, της δικαιοσύνης και της δημοκρατίας, των οποίων η ανάπτυξη έχει τώρα διακοπεί, ακόμα και αναστραφεί; Αυτά είναι τα μεγάλα και σημαντικά ερωτήματα για το μέλλον.
Απόσπασμα από το βιβλίο «Παλιές και νέες τάξεις πραγμάτων» του Νόαμ Τσόμσκι - έτος έκδοσης 1996
ΠΗΓΗ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου