Παρασκευή 15 Νοεμβρίου 2013

Τα μεταλλαγμένα τρόφιμα και η ανάγκη μιας «Αγροτικής Αναγέννησης»

  
Η καλλιέργεια των γενετικά τροποποιημένων τροφίμων αυξάνεται δημιουργώντας νέα δεδομένα και συνθήκες στην παγκόσμια αγορά τροφίμων. Ποιος όμως είναι ο τελικός στόχος των πολυεθνικών που τα δημιουργούν και σε συνεργασία με κυβερνήσεις τα προωθούν; «Σκοπός των μεγάλων εταιρειών είναι μέσω των γενετικά τροποποιημένων τροφίμων ελέγξουν την αλυσίδα παραγωγής στην παγκόσμια αγορά τροφίμων», απαντάει ο Colin Tudge* με άρθρο του στο Theecologist.org, σημειώνοντας πως σήμερα απαιτείται μια ριζική αλλαγή, μια «Αγροτική Αναγέννηση», όπως την αποκαλεί, μέσω της οποίας θα προωθηθούν διαφορετικοί τρόποι καλλιέργειας, αλλά και διαχείρισης των αγροτικών προϊόντων.


Σήμερα ως στόχος των ηγεσιών παγκοσμίως και των πολυεθνικών παρουσιάζεται όχι μόνο η παραγωγή τροφίμων αλλά στο πλαίσιο του νεοφιλελεύθερου δόγματος και η ανάπτυξη μιας κερδοφόρας γεωργικής βιομηχανίας. Με την εξέλιξη των γενετικά τροποποιημένων τροφίμων επιτυγχάνονται και οι δύο στόχοι. Από την μία η καλύτερη απόδοση των καλλιεργειών και από την άλλη το μέγιστο κέρδος. Η γενετική αποδεικνύεται ως ο πιο αποτελεσματικός και κερδοφόρος «δρόμος» και οι γενετικά τροποποιημένοι οργανισμοί το «χρυσό» δημιούργημα.



Ο μύθος του «χρυσού ρυζιού»
 

Όπως αναφέρει στο άρθρο του ο Colin Tudge, σύμφωνα με τον Owen Paterson, Υφυπουργού Περιβάλλοντος και Αγροτικών Υποθέσεων της Βρετανίας, που μίλησε στην εφημερίδα The Independent, «ο κόσμος χρειάζεται οπωσδήποτε το γενετικά τροποποιημένο ρύζι, γνωστό και ως "χρυσό ρύζι"», το οποίο παράγεται από ένα από τους μεγαλύτερους κολοσσούς βιοτεχνολογίας, τη Syngenta, τονίζοντας παράλληλα ότι όποιος αντιτίθεται σε αυτό «είναι κακοήθης». Το σχόλιο του πολιτικού προκάλεσε έντονες αντιδράσεις, κάνοντας ακόμα και τους συνεργάτες του να αποστασιοποιηθούν από τη θέση αυτή.

Συγκεκριμένα το «χρυσό ρύζι» έχει τροποποιηθεί με γονίδια που παράγουν καροτίνη (βιταμίνη Α). Σε παγκόσμια κλίμακα πέντε εκατομμύρια παιδιά προσχολικής ηλικίας και 10 εκατομμύρια έγκυες γυναίκες, υποφέρουν από σοβαρή έλλειψη βιταμίνης Α, γεγονός που μπορεί να προκαλέσει προβλήματα στη νυχτερινή όραση, σύμφωνα με το WHO. Λαμβάνοντας υπόψιν τις στατιστικές η επιδίωξη της καλλιέργειας ρυζιού με αυξημένα ποσοστά βιταμίνης Α είναι απολύτως δικαιολογημένη.

Ωστόσο η περίπτωση του «χρυσού ρυζιού» είναι ακόμη μια περίπτωση «αναγκαίου προϊόντος» που ορίστηκε μέσω διαφημιστικής καμπάνιας. Ο καλύτερος τρόπος να λάβουμε υψηλά ποσοστά καροτίνης και κατά συνέπεια βιταμίνης Α είναι μέσω αγροτικών προϊόντων, που είναι και ο βασικός πυρήνας. Οι λόγοι που παρατηρείται έλλειψη της βιταμίνης Α είναι ο περιορισμός της κατανάλωσης αγροτικών προϊόντων λόγω της αστικοποίησης και της βιομηχανοποίησης. Στην ουσία λοιπόν το «χρυσό ρύζι» δεν είναι η λύση του προβλήματος αλλά είναι μέρος αυτού και μάλιστα, όπως σημειώνει ο Colin Tudge, αποτελεί μία από τις ναυαρχίδες των γενετικά τροποποιημένων προϊόντων.



Ο πραγματικός σκοπός των μεταλλαγμένων τροφίμων
 

Αξιωματούχοι, μερίδα επιστημόνων και εκπρόσωποι των εταιρειών υποστηρίζουν πως τα γενετικά τροποποιημένα προϊόντα είναι ασφαλή. Οι διαβεβαιώσεις ωστόσο διαψεύδονται από άλλες επιστημονικές μελέτες. Άλλοι πάλι υποστηρίζουν πως δεν υπάρχει εναλλακτική λύση. Αν δεν αναπτυχθούν τα γενετικά τροποποιημένα τρόφιμα τότε σύντομα θα υπάρξει επισιτιστική κρίση, υποστηρίζουν. Σύμφωνα με εκτιμήσεις και έρευνες ο παγκόσμιος πληθυσμός θα αυξηθεί, αγγίζοντας το 2050 τα 9,5 δισεκατομμύρια, και αυτό θα συνεπάγεται την ανάγκη αύξησης των τροφίμων κατά περίπου 50%.

«Ωστόσο αυτό που πραγματικά κρύβεται πίσω από τους γενετικά τροποποιημένους οργανισμούς δεν είναι τίποτα άλλο από την πρόθεση των εταιρειών να ελέγξουν τις καλλιέργειες. Ένας έλεγχος που δεν έχει ως στόχο τη γενική ευημερία αλλά τη μεγιστοποίηση των κερδών τους», αναφέρει ο Colin Tudge. Το σύνολο των γενετικά τροποποιημένων προϊόντων προστατεύεται από διπλώματα ευρεσιτεχνίας πολυεθνικών εταιρειών, που σημαίνει πως για πρώτη φορά ελέγχεται η «πηγή», ο ίδιος ο σπόρος.

Σταδιακά οι καλλιέργειες των μεταλλαγμένων εξαπλώνονται και την ίδια ώρα η παραδοσιακοί φυσικοί σπόροι περιορίζονται. Αν και η Ευρώπη μοιάζει μέχρι σήμερα να κρατάει κάποιες αντιστάσεις στα μεταλλαγμένα, υπάρχουν κυβερνήσεις όπως αυτή της Βρετανίας που θα ήθελαν, όπως σημειώνει ο Colin Tudge, να ακολουθήσουν το παράδειγμά των ΗΠΑ, όπου οι γενετικά τροποποιημένοι οργανισμοί σύντομα θα αποτελούν την μοναδική επιλογή.

«Με αυτήν την επιλογή το σύνολο των γεωργικών προϊόντων, κλειδί για την ανθρώπινη επιβίωση, θα καταστεί αποκλειστική ιδιοκτησία λίγων μεγάλων εταιρειών που κατέχουν τα διπλώματα ευρεσιτεχνίας», επισημαίνει ο Colin Tudge και συνεχίζει: «Για κάθε λογικό άνθρωποι αυτή είναι μια φρικτή προοπτική. Ανάμεσα σε πολλά άλλα ζητήματα τίθεται και η προφανής απώλεια της βιοποικιλότητας που θα κάνει τον κόσμο περισσότερο επισφαλή δεδομένου πως η κλιματική αλλαγή αλλάζει τις συνθήκες καλλιέργειας χρόνο με το χρόνο».

Το επιχείρημα για χρήση των μεταλλαγμένων είναι πως «η αύξηση του πληθυσμού θα οδηγήσει σε αύξηση της ζήτησης του κρέατος, που σημαίνει πως θα χρειαστούν και περισσότεροι πόροι για να ικανοποιηθεί αυτή η ζήτηση. Ήδη το 50% των δημητριακών, και το 90% της σόγιας, που παράγεται παγκοσμίως καταναλώνεται από τα ζώα. Το μήνυμα λοιπόν που στέλνεται από τα «πάνω» είναι πως χρειάζεται εντατικοποίηση της παραγωγής και περισσότερα τρόφιμα. Ωστόσο πολλοί επιστήμονες παρουσιάζουν μια τελείως διαφορετική εικόνα. Ενδεικτικά ο Hans Herren, του Ινστιτούτου «Millennium» της Ουάσινγκτον αναφέρει πως ο κόσμος ήδη παράγει αρκετά τρόφιμα για να υποστηρίξει πληθυσμό που ανέρχεται σε 14 δις, δηλαδή διπλάσιο από τον σημερινό.

Όπως σημειώνει ο Παγκόσμιος Οργανισμός Τροφίμων (FAO), περίπου ένα δισεκατομμύριο λιμοκτονούν λόγω λανθασμένης παραγωγικής διαδικασίας (λάθος μέρη, με λάθος τρόπο, από λάθος ανθρώπους), σημειώνοντας πως περίπου το 50% σπαταλούνται. «Στόχος λοιπόν δεν είναι να αυξηθεί η παραγωγή αλλά να παράγουμε ότι και σήμερα με καλύτερο τρόπο», σημειώνει μεταξύ άλλων ο Colin Tudge, υπογραμμίζοντας πως η κατεύθυνση που θα πρέπει να ακολουθηθεί είναι η προσαρμογή της παραγωγής στις πραγματικές ανάγκες, αλλά και η καλύτερη αξιοποίηση των πόρων και των εκτάσεων που ήδη υπάρχουν. «Η ζήτηση δεν εξαρτάται πλέον από τις πραγματικές ανάγκες αλλά από το πως την ορίζει η διαφήμιση», σημειώνει.



ΠΗΓΗ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου