Κυριακή 3 Ιανουαρίου 2010

Avatar: αναζητώντας εξωγήινες ενσαρκώσεις της ζωής


Εκτός από τις ταινίες επιστημονικής φαντασίας υπάρχει και η επιστημονική αναζήτηση ουράνιων σωμάτων που ίσως φιλοξενούν άγνωστες μορφές ζωής


Βρισκόμαστε στο 2154. Οι Γήινοι μπορούν πλέον να ταξιδεύουν σε άλλους πλανήτες εκτός του ηλιακού τους συστήματος. Ανακαλύπτουν την Πανδώρα, ένα υπέροχης φυσικής ομορφιάς και οικολογικής αρμονίας «φεγγάρι», που θυμίζει έντονα τον κατεστραμμένο πια γήινο Αμαζόνιο.

Για κακή τους τύχη όμως, αυτός ο δορυφόρος κάποιου εξωηλιακού πλανήτη, εκτός από εξωγήινος παράδεισος είναι και πλούσιος σε μια πολύτιμη για τους ανθρώπους πρώτη ύλη. Ετσι οι Γήινοι, κατά την προσφιλή τους συνήθεια, καταστρώνουν ένα σχέδιο για να εκδιώξουν από την Πανδώρα τους πανύψηλους γαλαζόδερμους ανθρωποειδείς κατοίκους της, ώστε να αποκτήσουν το πολύτιμο ορυκτό. Οι ταινίες επιστημονικής φαντασίας ανέκαθεν προσήλκυαν το ευρύ κοινό χάρη στα ευφάνταστα οπτικά και ηχητικά εφέ τους. Ελάχιστοι όμως θεατές πείθονταν, κατά τη δεκαετία του 1980, ότι ο Εντορ, το φεγγάρι ενός πλανήτη κατεστραμμένου από χρόνια, στην ταινία «Ο πόλεμος των άστρων - επεισόδιο 6», υπήρχε πραγματικά, πόσω δε μάλλον ότι κατοικούνταν από τους εξωγήινους Ιγουοκ.

Τριάντα χρόνια αργότερα, η ταινία «Avatar», που προβάλλεται με επιτυχία αυτές τις ημέρες στους κινηματογράφους όλου του κόσμου, επανέρχεται στο θέμα της εξωγήινης ζωής. Με ένα όμως σημαντικό πλεονέκτημα έναντι των ταινιών που προηγήθηκαν: έχει για σύμμαχούς της τόσο την τεχνολογική όσο και την επιστημονική πρόοδο.

Οι σημερινοί θεατές είναι πλέον αρκετά εξοικειωμένοι με μη πραγματικές-εικονικές πραγματικότητες, όπως αυτές που προτείνουν τα σύγχρονα υψηλής τεχνολογίας βιντεοπαιχνίδια ρόλων. Οπως και ο πρωταγωνιστής της ταινίας, ένας πρώην πεζοναύτης που, καθηλωμένος στο αναπηρικό του καρότσι, δέχεται να μεταφέρει τον ανθρώπινο εαυτό του σε ένα εξωγήινο σώμα, προκειμένου να παρεισφρήσει στον ιθαγενή πληθυσμό του πλανήτη, έτσι και οι περισσότεροι θεατές είναι πρόθυμοι να «μετενσαρκωθούν» σε «άβαταρ», τα ψηφιακά «άλτερ έγκο» τους, προκειμένου να εισέλθουν σε ένα ψηφιακό σύμπαν πολύ πιο συναρπαστικό από το πραγματικό. Από την άλλη πλευρά, οι αστρονόμοι, χάρη στα πανίσχυρα σημερινά τηλεσκόπια, προβλέπουν ότι σε μερικά χρόνια θα είναι σε θέση να εντοπίσουν εξωηλιακούς δορυφόρους πλανητών, όπως η Πανδώρα στην ταινία του Κάμερον. Οπως δήλωσε χαρακτηριστικά η Αμερικανίδα αστρονόμος και ερευνήτρια στο Harvard-Smithsonian Centre for Astrophysics, στο Κέιμπριτζ της Μασαχουσέτης, Lisa Kaltenegger: «Αν η Πανδώρα υπάρχει, πιστεύω ότι μέσα στην επόμενη δεκαετία όχι μόνο θα την εντοπίσουμε, αλλά θα καταφέρουμε και να μελετήσουμε την ατμόσφαιρά της».

Ηδη από φέτος τον Μάρτιο, η NASA έχει θέσει σε τροχιά το διαστημικό τηλεσκόπιο Kepler, με αποστολή να εξερευνήσει τον Γαλαξία μας και τα 100.000 και πλέον αστέρια που τον αποτελούν, προκειμένου να διαπιστώσει αν υπάρχουν πλανήτες παρόμοιοι με τη Γη. Το Κέπλερ θα παραμείνει σε τροχιά για τρία χρόνια «αναλύοντας» αστρικά σώματα που απέχουν από 600 έως 3.000 έτη φωτός από τη Γη, με την ελπίδα να συλλάβει ακόμη και την πιο ασθενή φωτεινή ένδειξη εξωγήινης ζωής.

«Στα σκαριά» βρίσκεται και ένας άλλος πανίσχυρος «κυνηγός πλανητών», το τηλεσκόπιο James Webb, το οποίο είναι προγραμματισμένο να εκτοξευθεί το 2014. Ο διαστημικός αυτός κολοσσός, με μέγεθος τριπλάσιο από αυτό του τηλεσκοπίου Hubble και με ασύλληπτες σήμερα ανιχνευτικές ικανότητες, θα διαδεχθεί το Hubble και θα παραμείνει σε τροχιά για τουλάχιστον πέντε χρόνια, «σαρώνοντας» με το τεράστιο κάτοπτρό του (διαμέτρου 6,5 μέτρων!) κάθε γωνιά της κοσμικής μας γειτονιάς. Τις δύο τελευταίες δεκαετίες οι αστρονόμοι έχουν μελετήσει εκατοντάδες εξωηλιακούς πλανήτες, δηλαδή πλανήτες που δεν ανήκουν στο δικό μας ηλιακό σύστημα. Εξαιτίας των τεράστιων αποστάσεών τους από τη Γη, τα ουράνια αυτά σώματα εντοπίζονται μόνο έμμεσα, δηλαδή μέσω των φασματοσκοπικών, φωτομετρικών ή αστρομετρικών μεταβολών που επιφέρει η κίνησή τους γύρω από τους αστέρες τους στο φως ή στη θέση των αστέρων αυτών. Οι περισσότεροι μάλιστα από αυτούς είναι γίγαντες αερίου, σαν τον πλανήτη Δία. Οι εξαιρετικά υψηλές θερμοκρασίες που επικρατούν σε αυτούς τους πλανήτες δεν ευνοούν την ανάπτυξη μορφών ζωής παρόμοιων με αυτές που υπάρχουν στη Γη.

Αν όμως ένας από αυτούς τους γίγαντες αερίου βρίσκεται μέσα στη λεγόμενη «φιλόξενη ζώνη», δηλαδή ούτε πολύ κοντά αλλά ούτε πολύ μακριά από το μητρικό του άστρο, ώστε να υπάρχει νερό σε υγρή μορφή, τότε κάποιος βραχώδης δορυφόρος του είναι πιθανόν να φιλοξενεί ζωή. «Ολοι οι αέριοι πλανήτες στο ηλιακό μας σύστημα έχουν βραχώδη και παγωμένα φεγγάρια», εξηγεί η Kaltenegger. «Το γεγονός αυτό αυξάνει την πιθανότητα κάποιοι εξωπλανήτες να έχουν φεγγάρια. Ορισμένα από αυτά μπορεί να έχουν το μέγεθος της Γης και ίσως να είναι σε θέση να συγκρατούν μιαν ατμόσφαιρα». *




ΠΗΓΗ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου