Κατά τη διάρκεια του δαπανηρού αλλά κυρίως αιματηρού αγώνα, ο Ελληνισμός είχε ως μόνη διέξοδό του, για να επιβιώσει και να συνεχίσει την εξέγερση, τον εσωτερικό δανεισμό.
Οι μόνοι πρόθυμοι να δανείσουν τους ‘Ελληνες ήταν οι τοκογλύφοι εβραίοι, θέτοντας φυσικά ως προϋπόθεση για τη σύναψη δανείων, όρους εξοντωτικούς.
Αξίζει να σημειωθεί ότι οι αγγλοεβραίοι τραπεζίτες Ρικάρντο (Ιωσήφ και Σαμψών), εμφανίσθηκαν πρόθυμοι να δανειοδοτήσουν τους ‘Ελληνες, υπό την προϋπόθεση όμως, ότι θα λάμβαναν ως υποθήκη ολόκληρη την Κορινθία και θα εισέπρατταν ως εξόφληση, τα διπλάσια χρήματα απ’ όσα είχαν συγκεντρώσει ως φιλέλληνες από ολόκληρη την Ευρώπη.
Ιδιαίτερα επαχθείς ήταν και οι όροι του εβραίου τραπεζίτη Ρότσιλντ.
Το αποτέλεσμα ήταν, το Έθνος δανειοδοτούμενο κάτω από ληστρικές συνθήκες, να περιέλθει σε μία πιο ασφυκτική μορφή εξάρτησης, την οικονομική, από τους εβραίους…
Στο σημείο ακριβώς αυτό, γίνονται κατανοητοί οι υπερχρονικοί στίχοι του κατά πολύ μεταγενέστερου ποιητή Κ. Καρυωτάκη «Λευτεριά, Λευτεριά, θα σε αγοράσουν έμποροι και κονσόρτσια κι εβραίοι…».
Τελικά το πρώτο δάνειο του Αγώνα συνάφθηκε στην Αγγλία, το 1824.
Οι Έλληνες απεσταλμένοι Ι. Ορλάνδος και Α. Λουριώτης, συνομολόγησαν με τον οίκο Λόφνουν στις 21 Φεβρουαρίου 1824, δάνειο ύψους 800.000 λιρών στερλινών, σε τιμή έκδοσης 59% και τόκο ετήσιο 5% επί της ονομαστικής αξίας.
Για την απόσβεση του δανείου, καθοριζόταν διάστημα 36 ετών. Ως εγγύηση δε -παρακαταθήκη- για την αποπληρωμή του δανείου, είχε συμφωνηθεί να τελούν όλα τα «Εθνικά κτήματα».
Από το ονομαστικό κεφάλαιο που αποτελούσε το ποσό του δανείου (800.000 λίρες), μόνο οι 298.700 δόθηκαν στους Έλληνες.
Το μεγαλύτερο μέρος του ποσού εξανεμίστηκε σε προμήθειες και… έξοδα από τους εβραίους.
Το τελικό ποσό αποφασίσθηκε να κατεβεί στις τράπεζες του φιλοεβραίου Καίσαρα Λογοθέτη και του εβραίου Σαμουήλ Βαρφ, στη Ζάκυνθο. Ωστόσο, ακόμη και το εναπομείναν από τη λεηλασία ποσό, καθυστέρησε αρκετά να φθάσει στην Ελλάδα, στελνόταν δε με αγγλικά πλοία, υπό τη μορφή δόσεων, δυσχεραίνοντας σημαντικά την έκβαση του αγώνα.
Το δεύτερο αγγλικό δάνειο ανέλαβαν να διεκπεραιώσουν οι εβραίοι αδελφοί Ρικάρντο, οι ληστρικές αξιώσεις των οποίων αναφέρθηκαν παραπάνω.
Η συμφωνία για τη σύναψη του δανείου, τελικά υπογράφηκε στις 7 Φεβρουαρίου 1825. Το ονομαστικό κεφάλαιο ανερχόταν στα 2.000.000 λίρες στερλίνες για έξοδα δε του… τραπεζικού οίκου, προμήθεια πληρωμής τόκου, προμήθεια για τα μεσιτικά έξοδα συνομολογήσεως καθώς και για όλες τις εβραϊκές «εκδουλεύσεις», το ύψος του ποσού το οποίο θα παρελάμβαναν οι Έλληνες κατήλθε στις 816.000 λίρες, ενώ η χρέωση λόγω του δανείου ίσχυσε για ολόκληρο το ποσό (2.000.000 λίρες).
Όμως ούτε και αυτό το ποσό τελικά ήταν στη διάθεση των Ελλήνων.
Τέθηκε στη διάθεση της αγγλοεβραϊκής διαχειρίσεως με εκβιαστικούς όρους και αντί να σταλούν όπλα και χρήματα στην Ελλάδα, όπως είχε εκ των προτέρων συμφωνηθεί, παραγγέλθηκαν πλοία στην Αγγλία, φρεγάτες στις ΗΠΑ, μισθώθηκαν πανάκριβα αμειβόμενοι ξένοι στρατιωτικοί, οι οποίοι ήλθαν στην Ελλάδα όχι βέβαια για να συμβάλλουν στην διεξαγωγή του Αγώνα, αλλά για να θησαυρίσουν, εκμεταλλευόμενοι καιροσκοπικά, τις δυσμενείς για τον Ελληνισμό συγκυρίες, το δε εναπομείναν ποσό κατασπαταλήθηκε στο… χρηματιστήριο.
Ποτέ άλλοτε Έθνος δεν καταληστεύτηκε κατ’ αυτό τον επαίσχυντο τρόπο, όπως συνέβη με το Ελληνικό στην προκειμένη περίπτωση.
Το υλικό, ότι δηλαδή απέμεινε από αυτό, παραδόθηκε τελικά στις Ελληνικές δυνάμεις προς το τέλος σχεδόν του αγώνα, μόλις το 1826 και αυτό υπήρξε ελλιπέστατο.
Αυτές, σε συντομία, ήταν οι ληστρικές – τοκογλυφικές επιδόσεις των εβραιοάγγλων και των εβραιοαμερικανών «φιλελλήνων», για να επιβεβαιωθεί τελικά το εικοστό άρθρο από τα Πρωτόκολλα των Σοφών της Σιών, το οποίο αναφέρει επιγραμματικά τα ακόλουθα:
«Κάθε δάνειο υποδεικνύει την αδυναμία του Κράτους και την μη κατανόηση των δικαιωμάτων αυτού. Τα δάνεια επικρέμωνται όπως το σπαθί του Δαμοκλέους στο κεφάλι κυβερνώντων.
Τα εξωτερικά δάνεια είναι βδέλλες. Όταν όμως εξαγοράσουμε τα πρόσωπα τα οποία χρειάζονται, για να μεταφέρουν τα δάνεια σε εξωτερικό έδαφος, όλα τα πλούτη των κρατών διοχετεύονται στα ταμεία μας και όλοι οι χριστιανοί αρχίζουν να καταβάλλουν σε εμάς φόρο υποτέλειας…».
Νιώθοντας απέχθεια αλλά και αγανάκτηση από την κατάσταση που επικρατούσε, μία κατάσταση η οποία με ελαφρές παραλλαγές εξακολουθεί να ισχύει ακόμη και σήμερα, ο φιλέλληνας Λόρδος Βύρων σε ποίημά του, μεταξύ των άλλων, αναφέρει και τους ακόλουθους στίχους.
«Πόσο πλούσια είναι η Βρετανία
Όχι φυσικά σε ορυχεία, ή ειρήνη
ή αφθονία, καλαμπόκι ή λάδι ή κρασιά.
Ήταν ποτέ η χριστιανική γη τόσο
πλούσια σε εβραίους;
Όλες οι καταστάσεις.
Όλα τα πράγματα.
Όλες τις ηγεμονίες, αυτοί τις ελέγχουν.
Κάνουν ένα δάνειο «απ’ την Ινδία ως τον Πόλο»
με μεγάλη ταχύτητα.
Αυτοί τραπεζίτης – κτηματομεσίτης – Βαρώνος.
Βοηθούν την χρεωκοπία μας
τύραννοι για το συμφέρον τους…
πηγή
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου