Γεννιέται μια νέου τύπου Ρωσική Αυτοκρατορία ή μια νέα “Πορτοκαλί Επανάσταση”;
Του Γιώργου Στάμκου (stamkos@post.com)
Με ένα δάνειο-μαμούθ ύψους 15 δισεκατομμυρίων δολαρίων και με μια γενναιόδωρη έκπτωση ύψους 33% στις τιμές πώλησης του ρωσικού φυσικού αερίου, εξαγόρασε τελικά η Ρωσία την Ουκρανία. Η συμφωνία, που έθεσε το Κίεβο εκ νέου σε φιλορωσική τροχιά, υπογράφηκε στη Μόσχα την Τρίτη 17 Δεκεμβρίου 2013 από τον Ρώσο πρόεδρο Βλαντιμίρ Πούτιν και τον Ουκρανό ομόλογό του Βίκτορ Γιανούκοβιτς. Η συμφωνία αυτή, έπειτα κι από την πρόσφατη άρνηση του Ουκρανού προέδρου να υπογράψει τη συμφωνία σύνδεσης με την Ευρωπαϊκή Ένωση (εξαιτίας των ασφυκτικών πιέσεων της Ρωσίας), θέτει προς το παρόν τέρμα στην ακροβασία του Κιέβου μεταξύ Μόσχας και Βρυξελλών. Πλέον η Ουκρανία απομακρύνεται από την Ευρώπη και προσδένεται στο άρμα μιας Ρωσίας, η οποία προσδοκά ένα νέο αυτοκρατορικό ρόλο στο μετασοβιετικό χώρο.
ΡΩΣΙΑ ΧΩΡΙΣ ΤΗΝ ΟΥΚΡΑΝΙΑ = ΑΣΙΑ
Υιοθετώντας μια πολιτική συγκρίσιμη μ’ εκείνη της τσαρικής εποχής, αλλά βασιζόμενη κυρίως στο ρωσικό εθνικισμό, η Μόσχα επιζητεί να ελέγχει τους νεότευκτους γείτονές της, που αποσχίστηκαν από την Σοβιετική Ένωση, αφού δεν μπορεί ανοικτά να τους υποτάξει. Η ανάληψη το 2000 της ηγεσίας από τον αποφασιστικό Βλάντιμιρ Πούτιν, με το πανίσχυρο κόμμα που ίδρυσε “Ενωμένη Ρωσία”, και η άνοδος της τιμής του πετρελαίου, του φυσικού αερίου και των πρώτων υλών, που αποτελούν και το 75% των ρωσικών εξαγωγών, οδήγησαν σε ταχεία ανάκαμψη της ρωσικής δύναμης και αυτοπεποίθησης. Η Ρωσία επιθυμεί πλέον να απλώσει τον έλεγχό της στο λεγόμενο “εγγύς εξωτερικό”, δηλαδή στις περιφερειακές χώρες που προέκυψαν από τη διάλυση της Σοβιετικής Ένωσης, η οποία για ορισμένους δεν ήταν παρά ένα είδος ρωσικής αυτοκρατορίας υπό κομουνιστικό μανδύα. Αρχικά ανέκτησε τον έλεγχο της Λευκορωσίας και του Καζακστάν, που μέσω της Τελωνειακής Ένωσης, της οικονομικής και στρατηγικής διείσδυσης, μεταβλήθηκαν σε δορυφόρους της Μόσχας. Ωστόσο ο μεγάλος, ο διακαής στόχος ήταν πάντοτε η Ουκρανία, αυτός ο μικρομέγαλος Σλάβος αδελφός της, που εκτείνονταν στα νοτιοδυτικά της καταλαμβάνοντας τον χώρο που κάποτε αποτελούσε τον περιβόητο “διάδρομο της στέπας”, δηλαδή τη παραδοσιακή ζώνη των εισβολών των νομαδικών λαών της κεντρικής Ασίας προς την Ευρώπη. Άλλωστε η λέξη “Ukraina” στα Ρωσικά σημαίνει “συνοριακή περιοχή” ή “μεθόριος”.
Η αρχική απώλεια της Ουκρανίας, που έγινε ανεξάρτητη το 1991 κι εξαρχής στράφηκε προς τη Δύση και ειδικά προς την Ευρώπη και τις ΗΠΑ, στοίχισε ακριβά στις ρωσικές φιλοδοξίες. Η απώλεια της θεωρήθηκε κρίσιμη από γεωπολιτική άποψη για τη Ρωσία, καθώς μείωσε τις γεωστρατηγικές επιλογές αυτής της γιγαντιαίας χώρας κυρίως σε σχέση με την Ευρώπη. Ρωσία χωρίς την Ουκρανία θα σήμαινε πως τελικά η Μόσχα θα “ασιατοποιούνταν” περισσότερο και θα απομακρύνονταν από την Ευρώπη και θα γινόταν καθαρά μια Ευρασιατική δύναμη. Χωρίς την Ουκρανία και ειδικά τη χερσόνησο της Κριμαίας η θέση της Ρωσίας στη Μαύρη Θάλασσα θα αποδυναμώνονταν. Υπόψιν, η Μαύρη Θάλασσα, θεωρείται από τη Μόσχα ως η βάση εκκίνησης για την προβολή της ρωσικής ναυτικής ισχύος προς τη Μεσόγειο.
ΟΙ ΜΟΧΛΟΙ ΠΙΕΣΗΣ ΤΗΣ ΜΟΣΧΑΣ
Για να θέσει την Ουκρανία και πάλι υπό τον έλεγχό της η Ρωσία χρησιμοποίησε δύο αποφασιστικούς παράγοντες. Πρώτον την ύπαρξη ενός συμπαγούς ρωσικού και ρωσόφωνου πληθυσμού, που κατοικεί κυρίως στην ανατολική Ουκρανία και στην Κριμαία και αποτελεί το 20% του συνολικού πληθυσμού της χώρας. Με μοχλό τη μεγάλη ρωσική μειονότητα η Μόσχα αμφισβήτησε τα δικαιώματα της Ουκρανίας επί της χερσονήσου της Κριμαίας, όπου το 70% του πληθυσμού είναι Ρώσοι και ειδικά επί του ελέγχου του, στρατηγικής σημασίας, λιμανιού της Σεβαστουπόλεως, όπου συνεχίζει να ελλιμενίζεται ο ρωσικός στόλος της Μαύρης Θάλασσας.
Δεύτερον την εξάρτηση της Ουκρανίας από το ρωσικό πετρέλαιο και φυσικό αέριο (και τους αγωγούς που περνούν από το έδαφός της με κατεύθυνση την Ευρώπη), καθώς και τη γενικότερη εξάρτησή της από τη μεγάλη ρωσική αγορά. Όλα τα προηγούμενα χρόνια η Μόσχα δημιουργούσε συχνά τεχνητές κρίσεις ανοίγοντας και κλείνοντας τις στρόφιγγες των αγωγών φυσικού αερίου προς την Ουκρανία (το 2006 και το 2009), όταν έκρινε πως το Κίεβο απομακρύνονταν αρκετά από την επιρροή της και στρέφονταν προς την Ευρώπη. Με μια τακτική καρότου και μαστιγίου η Μόσχα χρησιμοποιούσε συστηματικά τη διπλωματία της ενέργειας για να επαναφέρει την Ουκρανία υπό τον έλεγχό της, αναγκάζοντας τις κυβερνήσεις στο Κίεβο να ταλαντεύονται αναποφάσιστες μεταξύ Ρωσίας και Ευρώπης.
ΜΙΑ ΔΙΧΑΣΜΕΝΗ ΧΩΡΑ
Ως αποτέλεσμα η Ουκρανία, όλα αυτά τα 22 χρόνια μετά την ανεξαρτησία της, ήταν διχασμένη μεταξύ Ευρώπης και Ρωσίας και ο λαός της διχασμένος σε φιλοευρωπαίους και φιλορώσους. Η Ουκρανία σπαράσσονταν και συνεχίζει να σπαράσσεται από εσωτερικές διχόνοιες και “πορτοκαλί επαναστάσεις”, για τις οποίες ευθύνεται σε μεγάλο βαθμό η Ρωσία, που προβάλλεται από ορισμένους Ουκρανούς και απ’ όλους σχεδόν τους Ρώσους μειονοτικούς της χώρας, ως η “λύση” στο υπαρξιακό πρόβλημά τους.
Πουθενά άλλου όμως δε φαίνεται καλύτερα αυτός ο διχασμός από τον εκλογικό χάρτη της χώρας και ειδικά από τις τελευταίες προεδρικές εκλογές του 2010, νικητής των οποίων αναδείχθηκε ο φιλορώσος Βίκτορ Γιανούκοβιτς με 49%, αφήνοντας δεύτερη την φιλοευρωπαία Γιούλια Τιμοσένκο (45,5%), που τελικά κατηγορήθηκε για διαφθορά και κατέληξε στη φυλακή. Στις εκλογές αυτές η χώρα κυριολεκτικά χωρίστηκε στα δύο. Το Κίεβο, καθώς και η κεντρική και δυτική Ουκρανία υποστήριξε την φιλοευρωπαία Τιμοσένκο, ενώ η νότια (με την Κριμαία) και η ανατολική Ουκρανία υποστήριξε τον φιλορώσο Γιανούκοβιτς, που τελικά νίκησε με μικρή διαφορά. Εκτός από πολιτικά ο διχασμός αυτός έχει εθνογλωσσικά και θρησκευτικά χαρακτηριστικά. Οι Ρώσοι και οι Ουκρανοί της ανατολής και της Κριμαίας, που ψήφισαν τον Γιανούκοβιτς, μιλούν Ρωσικά, βλέπουν ρωσική τηλεόραση και είναι πιστοί του Ορθόδοξου Πατριαρχείου της Μόσχας. Αντίθετα οι Ουκρανοί της κεντρικής και δυτικής χώρας μιλούν Ουκρανικά, διαπνέονται από ουκρανικό εθνικισμό με έντονα αντιρωσικά συναισθήματα, ενώ θρησκευτικά υπάγονται είτε στο Ορθόδοξο Πατριαρχείο του Κιέβου είτε είναι Ελληνο-καθολικοί (Ουνίτες).
ΑΝΤΙΡΩΣΙΚΕΣ ΑΝΤΙΔΡΑΣΕΙΣ
Οι Ουκρανοί εθνικιστές δεν ξεχνούν τα όσα υπέφεραν από τα καθεστώτα της Μόσχας και ειδικά από την πείνα του 1921 (συνέπεια του εμφυλίου πολέμου ανάμεσα στον Κόκκινο Στρατό και στους φιλοτσαρικούς “Λευκούς Ρώσους”), που στοίχισε τη ζωή σε 1,5 εκατομμύρια ανθρώπους, όπως επίσης δεν ξεχνούν και τη λεγόμενη “Μεγάλη Πείνα”, που τους υπέβαλε η πολιτική του Στάλιν το 1932-33, κατά την οποία λέγεται πως χάθηκαν εκατομμύρια Ουκρανοί. Αν και στο Σοβιετικό Στρατό υπηρέτησαν κατά τη διάρκεια του Β’ Π. Πολέμου 5-7 εκατομμύρια Ουκρανοί (1,4 εκατομμύρια σκοτώθηκαν μάλιστα στα πεδία των μαχών), εντούτοις ένας αξιοσημείωτα μεγάλος αριθμός αντισοβιετικών Ουκρανών πήραν το μέρος των Γερμανών κατακτητών ως “βοηθητικά στρατεύματα” -κάτι που πλήρωσαν ακριβά στη συνέχεια. Με άλλα λόγια οι σχέσεις μεταξύ Ουκρανών και Ρώσων κάθε άλλο παρά “αδελφικές” θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν, παρά την εθνολογική τους συγγένεια και τη μακραίωνη συμβίωσή τους.
Γι’ αυτό δεν είναι άξιο απορίας που ενώ ο Βίκτορ Γιανούκοβιτς υπέγραφε στη Μόσχα τη συμφωνία με τη Ρωσία, στην Πλατεία Ανεξαρτησίας του Κιέβου ένα πλήθος 50.000 Ουκρανών διαμαρτύρονταν κρατώντας σημαίες τις Ευρωπαϊκής Ένωσης, υποστηρίζοντας πως ο φιλορώσος πρόεδρός τους «έβαλε ενέχυρο τη χώρα». Σύμφωνα με την αντιπολίτευση, που υποστηρίζει πως “η Ουκρανία ανήκει στην Ευρώπη”, ο Πρόεδρος Γιανόυκοβιτς ουσιαστικά «πούλησε την Ουκρανία στη Ρωσία» με αμφίβολα ανταλλάγματα.
ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΕΣ ΚΑΙ ΓΕΩΠΟΛΙΤΙΚΕΣ ΕΠΙΠΤΩΣΕΙΣ
Παρά τις έντονες αντιδράσεις των φιλοευρωπαίων Ουκρανών και της αντιπολίτευσης ο κύβος πλέον ερρίφθη. Με τη συμφωνία της 17ης Δεκεμβρίου η Ουκρανία απομακρύνθηκε από την Ευρώπη και πλησίασε ακόμη περισσότερο τη Ρωσία. Αν και δεν υπέγραψε ακόμη την τελωνειακή ένωση μαζί της, εντούτοις πήρε την απόφαση να αναζητήσει ένα κοινό μέλλον με τη Ρωσία, από την οποία εξαρτάται ενεργειακά ενώ το το 75% των εξαγωγών μηχανημάτων της κατευθύνεται στη ρωσική αγορά. Το γεγονός πως η πίεση στο ουκρανικό δημόσιο χρέος θα ανακουφισθεί με το ρωσικό δάνειο των 15 δισ. δολαρίων και πως οι Ουκρανοί θα απολαμβάνουν πλέον τιμές αερίου 268,5 δολαρίων ανά 1.000 κυβικά μέτρα (σχεδόν τη μισή τιμή απ’ ότι πληρώνουν οι Έλληνες καταναλωτές για την ίδια ποσότητα), αποτελούν ευχάριστα νέα για την παραπαίουσα ουκρανική οικονομία. Αλλά ακόμη κι αν σταθεροποιηθεί η οικονομία η πολιτική κατάσταση στη χώρα θα παραμείνει ασταθής. Δεν αποκλείεται μάλιστα ο έντονος διχασμός να οδηγήσει τελικά στη διάσπαση της χώρας ή στην απόσχιση του ανατολικού και νότιου τμήματος. Κάτι τέτοιο όμως ούτε η Ρωσία, αλλά ούτε και η Ευρώπη επιθυμεί.
Για την Ρωσία ο έλεγχος της Ουκρανίας ανοίγει το δρόμο για έναν πιο δραστήριο γεωπολιτικό ρόλο στην ανατολική Ευρώπη και ειδικά στη Μαύρη Θάλασσα. Στο προσεχές μέλλον αναμένεται να αυξηθεί η ρωσική πίεση προς την Γεωργία, ίσως και προς τη Μολδαβία, για να επανέλθουν σε φιλορωσική τροχιά. Για την Ευρωπαϊκή Ένωση, που έκλεισε προσωρινά την πόρτα της Ουκρανίας, η φιλορωσική στροφή της χώρας περιορίζει τις προοπτικές διεύρυνσής της προς ανατολάς, ενώ στα αρνητικά προσμετράται και η απώλεια της ουκρανικής αγοράς των 45 εκατομμυρίων για τα ευρωπαϊκά προϊόντα. Ταυτόχρονα δημιουργούνται και εύλογα ερωτήματα σχετικά με ζητήματα ασφαλείας, καθώς μέχρι τώρα η Ουκρανία ήταν ένα είδος “ουδέτερης ζώνης” μεταξύ Ρωσίας και ΝΑΤΟ. Πέρα όμως από τα γεωπολιτικά παιχνίδια καθοριστικό ρόλο στις εξελίξεις έχει πάντα ο βασανισμένος από την ιστορία ουκρανικός λαός, που δεν έχει πει ακόμη την τελευταία του λέξη…
*Σημείωση: Το άρθρο πρωτοδημοσιεύτηκε στην κυριακάτικη εφημερίδα Το Χωνί (Νο 91) στις 29.12.2013
ΠΗΓΗ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου