Ποιός μπλοφάρει καλύτερα στο "παιχνίδι" των ισχυρών του πλανήτη;
Γράφει ο Κώστας Ράπτης
Όπως σε κάθε αντίστοιχη παρτίδα, το ιδιόμορφο γεωπολιτικό πόκερ που παίζουν τις τελευταίες ημέρες οι ΗΠΑ και η Ρωσία θα κριθεί από το “ποιος μπλοφάρει περισσότερο αποτελεσματικά”...
Από αυτή την άποψη, οι ενδείξεις του τελευταίου 24ώρου δίνουν προβάδισμα στον Βλάντιμιρ Πούτιν. Μια τέτοια εξέλιξη ερμηνεύεται από πολλούς παράγοντες.
Πρώτον, το διακύβευμα για τις δύο δυνάμεις είναι διαφορετικό. Οι ΗΠΑ ενδιαφέρονται να αποσπάσουν οριστικά από την ρωσική επιρροή μια μακρινή χώρα και όχι να αντιμετωπίσουν μια απειλή ασφαλείας. Η Μόσχα αντίθετα, δίνει μάχη “υπαρξιακή” για να αποφύγει την επέκταση του ΝΑΤΟ στα “πλευρά” της και να διατηρήσει το ναυτικό της αποτύπωμα στη Μαύρη Θάλασσα.
Δεύτερον, η ρωσική πλευρά πλαισίωσε τις κινήσεις της με μιαν απειλή χρήσης βίας (πρβ. επιστολή Γιανούκοβιτς στη Μόσχα να επέμβει, μεγάλες στρατιωτικές ασκήσεις στη δυτική Ρωσία, εκτόξευση διηπειρωτικού πυραύλου την Τρίτη), με στόχο να αποκαλύψει την βασική “μπλόφα” της αμερικανικής πλευράς, για την οποία η στρατιωτική κλιμάκωση δεν “βρίσκεται στο τραπέζι”. (Το ότι η απειλή χρήσης βίας μπορεί να αποτελέσει εργαλείο αποτροπής μιας πραγματικής σύγκρουσης και να εκμαιεύσει διαπραγμάτευση είναι κάτι το οποίο η Ελλάδα οφείλει να θυμάται από την κρίση του Μαρτίου 1987 στο Αιγαίο).
Τρίτον, η βασική αμερικανική επιδίωξη να απομονωθεί η Ρωσία έρχεται αντιμέτωπη με ένα αντικειμενικό όριο: δηλ. την όλο και μεγαλύτερη “αλληλεξάρτηση” των μεγάλων δυνάμεων στο σύγχρονο κόσμο, όπως την περιέγραψε ο Πούτιν στην πρώτη του συνέντευξη Τύπου μετά την κλιμάκωση της κρίσης. Αυτό πρακτικά μεταφράζεται στην απροθυμία των χωρών της Ε.Ε. να υιοθετήσουν οικονομικές κυρώσεις εναντίον της Ρωσίας – είτε αυτό αφορά την Γερμανία η οποία αντιπροσωπεύει το 30% του ευρω-ρωσικού εμπορίου είτε τη Βρετανία η οποία, όπως αποκάλυψε η διαρροή εσωτερικού υπομνήματος της κυβέρνησης Κάμερον, αγωνιά για το τρεφόμενο από ρωσικά κεφάλαια City.
Αφήνοντας κατά μέρος τους λεονταρισμούς του Ρώσου προεδρικού συμβούλου Sergei Glazyev ο οποίος διατύπωσε την “προσωπική άποψη” ότι σε περίπτωση κυρώσεων, η Μόσχα θα πρέπει να ξεφορτωθεί τα αμερικανικά ομόλογα που διακρατεί (ενδεχόμενο που και μόνο η ανακίνησή του πλήττει το ρούβλι), θα πρέπει να έχει κανείς κατά νού ότι οι ευρω-ρωσικές συναλλαγές αφορούν κυρίως υδρογονάνθρακες και οποιαδήποτε αναστάτωση στις τιμές θα έχει δυσμενείς επιπτώσεις για την ευρωπαϊκή ανάκαμψη (αλλά όχι για τα δημοσιονομικά της Ρωσίας).
Τέταρτον, είναι αρκετοί οι παίκτες οι οποίοι για πολιτικούς λόγους κάθε άλλο παρά ενδιαφέρονται να προσχωρήσουν σε ένα μέτωπο απομόνωσης της Ρωσίας: όχι μόνο η Κίνα, που άφησε το στίγμα της με τις διακριτικές διατυπώσεις της διπλωματίας της και την τηλεφωνική επικοινωνία Ξι – Πούτιν, αλλά και χώρες της G7, όπως η Γερμανία και η Ιαπωνία (η τελευταία επί των ημερών του Shinzo Abe επιδιώκει “ισότιμη σχέση” με τους Αμερικανούς συμμάχους και καλλιεργεί, ως αντίβαρο στην κινεζική ισχύ τον “στρατηγικό διάλογο” με τη Μόσχα, παραβλέποντας ακόμη και το ζήτημα των Κουρίλων νήσων που χωρίζει τις δύο πλευρές μεταπολεμικά).
Πέμπτον, η ρωσική διπλωματία αντιγράφει βασικά ρητορικά σχήματα της Δύσης, αφήνοντας ανοιχτό το ενδεχόμενο μιας “ανθρωπιστικής επέμβασης” στην Ουκρανία, εάν η κατάσταση εκτραχυνθεί, επικαλούμενη διαρκώς τη Συμφωνία της 21ης Φεβρουαρίου που εκπόνησαν οι υπουργοί Εξωτερικών της Γερμανίας, της Γαλλίας και της Πολωνίας, απονομιμοποιώντας ως “εξτρεμιστική” τη νέα εξουσία στο Κίεβο, υπαινισσόμενη ότι υπήρξε ξένη επέμβαση – ώστε να μην είναι δυνατή η επίκληση του Μνημονίου της Βουδαπέστης του 1994 που καθιστούσε τις ΗΠΑ, τη Βρετανία και τη Ρωσία συνεγγυητές της ακεραιότητας της Ουκρανίας κ.ο.κ. (Ο συντονισμός, οι επικοινωνίες και η εκπαίδευση των ένοπλων διαδηλωτών στην Πλατεία Ανεξαρτησίας “ήταν πολύ επαγγελματικός, θυμίζοντας ειδικές δυνάμεις” σχολίασε δηκτικά ο Πούτιν).
Έκτον, η Δύση δεν έχει την πολυτέλεια να επωμισθεί το κόστος διάσωσης της Ουκρανίας από την κατάρρευση. Πρόκειται για το στοιχείο που καθορίζει τους ρωσικούς σχεδιασμούς μεσοπρόθεσμα, καθώς η αναμενόμενη διαρκής επιδείνωση της ουκρανικής οικονομίας και ενδεχομένως οι κοινωνικές αντιδράσεις από τα μέτρα που θα επιβάλει το ΔΝΤ, εκτιμάται στο Κρεμλίνο ότι θα υπονομεύσει ταχύτατα τους νέους Ουκρανούς ιθύνοντες και θα ξανανοίξει το παιχνίδι.
ΠΗΓΗ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου