Πέμπτη 27 Ιουνίου 2013

Η απελευθέρωση της Καβάλας (27 Ιουνίου του 1913)


Η Καβάλα καταλήφθηκε από τους Βουλγάρους τον Οκτώβριο του 1912 και στις 26 Ιουνίου 1913 ελευθερώθηκε από τον ελληνικό στόλο που ήταν αγκυροβολημένος στη Θάσο.

Η απελευθέρωση έγινε με το εξής τέχνασμα. Παραγγέλθηκαν να 'ρθουν από τη Θεσσαλονίκη 5 οπλιταγωγά.

Αυτά συνοδευόμενα από το θωρηκτό "Ύδρα" άρχισαν να ανταλλάσσουν σήματα με το στόλο της Θάσου κι έδωσαν την εντύπωση της απόβασης. Στο μεταξύ τα αντιτορπιλικά "Λόγχη" και "Λέων", που δέχτηκαν στο Στρυμόνα την επίθεση μιας βουλγαρικής πυροβολαρχίας, με τις οβίδες που έριξαν ανέφλεξαν μια γειτονική πυριτιδαποθήκη της πυροβολαρχίας. Ο βομβαρδισμός αυτός και η ανάφλεξη της πυριτιδαποθήκης διασκόρπισαν ένα απόσπασμα 500 ανδρών και προξένησαν σύγχυση στη βουλγαρική φρουρά της Καβάλας.




Κατά τη διάρκεια της νύκτας οι ηλεκτρικοί προβολείς των μεταγωγικών εξερευνούσαν την παραλία σαν να ζητούσαν σημείο απόβασης. Οι Βούλγαροι έντρομοι ερευνούσαν κι αυτοί τον ορίζοντα με τη βοήθεια προβολέα που είχαν μεταφέρει από την Αλεξανδρούπολη. Ύστερα όλα επανήλθαν στη σκιά. Πάνω από 2000 Βούλγαροι εγκατέλειψαν άτακτα την πόλη, ενώ βάρκα από την Καβάλα έσπευδε στον Κουντουριώτη για να αναγγείλει την ευχάριστη είδηση της αποχώρησης των Βουλγάρων μαζί με τη δυσάρεστη της απαγωγής των 27 προκρίτων Καβαλιωτών. Ανάμεσα στους ομήρους ήταν και ο επίσκοπος Μυρέων Αθανάσιος.

Στις 26 Ιουνίου 1913 συντάχθηκε πάνω στο θωρηκτό "Αβέρωφ" η ιστορική διακήρυξη από τον Παύλο Κουντουριώτη, που απευθυνόταν προς τους κατοίκους της Καβάλας, ενώ το τορπιλοβόλο "Δόξα", οδηγούμενο από άριστο γνώστη της ναρκοθέτησης του διαύλου προσορμίστηκε στην παραλία για κατάληψη της πόλης. Ο φόβος, όμως, της επιστροφής των Βουλγάρων δεν επέτρεψε την ανάπτυξη της μικρής ναυτικής δύναμης που επέβαινε στο τορπιλοβόλο "Δόξα". Γι' αυτό η πολιτοφυλακή που συστήθηκε για την τήρηση της τάξης επέβλεπε και στα γύρω υψώματα για να δώσει το σήμα του κινδύνου σε περίπτωση επανόδου των Βουλγάρων.

Την άλλη μέρα έγινε η επίσημη κατάληψη της πόλης. Από το ημερολόγιο του "Αβέρωφ" μαθαίνουμε: «Πέμπτη 27 Ιουνίου 1913: "Κατάληψη της Καβάλας". Την 9ην ώρ. της πρωίας αποβιβάζεται εκ των ανιχνευτικών μας "Ιέραξ" και "Πάνθηρ" μικρό άγημα και επαίρεται επισήμως εις Καβάλαν η ελληνική σημαία». Το ναυτικό αυτό άγημα, μ' αρχηγό τον πλωτάρχη Αντώνη Κριεζή, μεταφέρθηκε με βάρκες από τ' ανιχνευτικά στην παραλία κι έγινε αποδεκτό με μεγάλο ενθουσιασμό, ενώ μαθητές του Ημιγυμνασίου με τον καθηγητή Αριστοτέλη Στάνη απέδωσαν τιμές και συνόδευσαν το άγημα μαζί με το άλλο πλήθος ως το Διοικητήριο, το σημερινό Πρωτοδικείο, όπου στον εξώστη του κτιρίου υψώθηκε η ελληνική σημαία. Το απόγευμα της ίδιας ημέρας κατέφθασε και ο λόχος των Θασίων εθελοντών, που είχαν εκπαιδευτεί από τον οπλαρχηγό Χατζηγογούση.

Ο εθελοντικός αυτός λόχος των Θασίων έσπευσε αμέσως στα περίχωρα για να καταδιώξει τους Βουλγάρους που υποχωρούσαν. Σ' αψιμαχία μάλιστα που έγινε έξω από το Δοξάτο σκοτώθηκε και ο Θάσιος εθελοντής Καφαντάρης, από το Θεολόγο.

Η κατάληψη της πόλης εδραιώθηκε, όταν κατέφθασαν και τμήματα της 7ης μεραρχίας, που διοικούνταν από τους αντισυνταγματάρχες Καπετανάκη και Νικολάου. Η απελευθέρωση της Καβάλας δεν κρίθηκε βέβαια από κάποια μάχη. Κρίθηκε γενικά από τη νικηφόρα προέλαση του ελληνικού στρατού και από τη διπλωματική μάχη που έδωσε για  ένα ολόκληρο μήνα στο Βουκουρέστι ο Ελευθέριος Βενιζέλος.




Η ΚΑΒΑΛΑ ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΑΠΕΛΕΥΘΕΡΩΣΗ

Η ενσωμάτωση της Καβάλας στο ελληνικό κράτος και η προσαρμογή της στη νέα διοικητική κατάσταση ρυθμίστηκε με μια σειρά νόμων που ψηφίστηκαν ειδικά για τις νέες χώρες. Η οικονομική άνθιση της πόλης με την ανάπτυξη του καπνεμπορίου συνεχίστηκε και μετά την απελευθέρωση μέχρι που ξέσπασε ο Α' Παγκόσμιος πόλεμος. Τον Αύγουστο του 1916 εισβάλλουν και καταλαμβάνουν την Καβάλα οι Βούλγαροι. Το 1918 η πόλη ελευθερώνεται, ύστερα από δύο χρόνια σκληρής κατοχής.

Ακολουθεί η Μικρασιατική καταστροφή, που φέρνει το 1922 ένα μεγάλο κύμα προσφύγων στην πόλη. Η μαζική αυτή εγκατάσταση των 27.500 προσφύγων δημιούργησε τεράστια προβλήματα που ξεπεράστηκαν, όμως, πολύ γρήγορα. Οι άθλιες συνθήκες διαβίωσης μέσα σε παλιά καπνομάγαζα και πρόχειρες παράγκες μεταβλήθηκαν με την παραχώρηση σε πολλούς πρόσφυγες οικιών που είχαν κτισθεί στις νέες συνοικίες Χίλια, Πεντακόσια και Γκιρτζή, ενώ άλλοι πρόσφυγες αποκαταστάθηκαν στα παλιά σπίτια της Παναγίας που είχαν εγκαταλείψει οι Τούρκοι με την ανταλλαγή των πληθυσμών. Το προσφυγικό στοιχείο με τη μακρά πολιτιστική του παράδοση σύντομα προσαρμόστηκε και αποτέλεσε τη νέα κινητήρια παραγωγική δύναμη της πόλης.

Η αύξηση της καπνοκαλλιέργειας και η ανάπτυξη του καπνεμπορίου που παρατηρείται την εποχή αυτή αναμφίβολα οφείλεται στο φθηνό εργατικό δυναμικό που προσφέρουν οι πρόσφυγες. Οι καπνέμποροι μπορεί βέβαια ν' αποτελούν την αστική τάξη της πόλης, αλλά και οι καπνεργάτες παίζουν σημαντικό ρόλο, αφού με τον οργανωμένο συνδικαλισμό τους υποχρεώνουν τους καπνεμπόρους και τις συνθήκες εργασίας τους να βελτιώσουν και τις αποδοχές τους ν' αυξήσουν.

Η τετραετία 1928-1932 υπήρξε η πιο λαμπρή περίοδος για την Καβάλα. Εγκαινιάζονται μεγάλα έργα που δίνουν πνοή στην πόλη. Κατασκευάζεται το λιμάνι, που εγκαινιάζει ο ίδιος ο Ελευθέριος Βενιζέλος, και ανεγείρονται σχολικά κτίρια για την κάλυψη των εκπαιδευτικών αναγκών.

Παράλληλα επεκτείνεται ο ηλεκτροφωτισμός και βελτιώνεται το κλίμα της πόλης με την αναδάσωση που είχε αρχίσει από το 1926, ενώ λαμβάνονται τα πρώτα μέτρα για την ύδρευση και ρυμοτόμηση, προβλήματα που βασάνιζαν από χρόνια την πόλη.

Η χρυσή αυτή εποχή της Καβάλας δεν έλυσε βέβαια τα κοινωνικά προβλήματα που υπήρχαν. Προβάλλουν μάλιστα αυτή την περίοδο οξύτερα και εκδηλώνονται με συχνές κινητοποιήσεις των καπνεργατών που καταλήγουν σ' αιματηρές συγκρούσεις. Οι διενέξεις βενιζελικών και λαϊκών και η πολιτική αστάθεια που ακολούθησε ευνόησε το κομμουνιστικό κόμμα που εξέλεξε στην Καβάλα το 1934 τον πρώτο στην Ελλάδα κομμουνιστή δήμαρχο.

Το 1935 η Καβάλα βομβαρδίζεται από τον κυβερνητικό στόλο ως έδρα του κινήματος των βενιζελικών. Ένα χρόνο αργότερα επιβάλλεται η μεταξική δικτατορία. Ακολούθησε η γερμανοβουλγαρική κατοχή κατά τα έτη 1941-1944. Μετά την απελευθέρωση σημειώνονται μεγάλες διαρθρωτικές αλλαγές στην οικονομία της Καβάλας.

Η ζήτηση των ανατολικών καπνών στις διεθνείς αγορές περιορίζεται μ' αποτέλεσμα να μειωθεί η ποσότητα της επεξεργασίας του καπνού. Η μετακίνηση άλλωστε των καπνεμπορικών εταιριών στη Θεσσαλονίκη και η εισαγωγή μηχανών στην καπνεργασία αύξησε την ανεργία και οδήγησε τους κατοίκους στον οικονομικό μαρασμό και στη μετανάστευση.

Ακολούθησε η ίδρυση του εργοστασίου των φωσφορικών λιπασμάτων και λίγο αργότερα η εκμετάλλευση των πετρελαίων του Πρίνου που έδωσαν κάποια ώθηση στη βιομηχανική ανάπτυξη της πόλης.

Στη συνέχεια η οικοδομική δραστηριότητα που γνώρισε η Καβάλα κατά τα τελευταία χρόνια αναθέρμαναν βέβαια την οικονομία της, είχε, όμως, αρνητικές συνέπειες, γιατί κατέστρεψε τον αμφιθεατρικό χαρακτήρα της πόλης και εξαφάνισε πολλές παλιές καπναποθήκες που αποτελούσαν πραγματικά μνημειακά συγκροτήματα.







ΠΗΓΗ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου